Τρίτη 31 Μαρτίου 2015

Το μυστήριο της Εξομολογήσεως


Διαβάστε ένα χρήσιμο φυλλάδιο γύρω από το μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως.

Ας προστρέξουμε όλοι αδελφοί μου κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού μας, ώστε να λάβουμε την άφεση για τις αμαρτίες που έχουμε κάνει και με καθάρια την ψυχή, να κοινωνήσουμε των Αχράντων Μυστηρίων του Κυρίου μας!




Περισσότερα...

Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία


Στην ανάρτηση αυτή θα δούμε ένα κείμενο του π. Antony Bloom, για την Οσία Μαρία την Αιγυπτία, τη μνήμη της οποίας η Εκκλησία μας τιμά την 1η Απριλίου, αλλά και την Πέμπτη Κυριακή των νηστειών.

Η Κυριακή Ε' Νηστειών, σηματοδοτεί την ολοκλήρωση της δεύτερης περιόδου του Τριωδίου.Οι πρώτες τέσσερις Κυρια- κές προ της Σαρακοστής, μας εισαγάγουν στις αρετές, την ταπείνωση, την μετάνοια, την αγάπη και την υπακοή στο θέ- λημα του Θεού, ως στόχους της πνευματικής μας πορείας.


Η δεύτερη περίοδος, με τις Κυριακές της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μας εισάγει στο νόημα της παρουσίας μας στην Εκκλησία, με την προβολή της Ορθοδοξίας όχι ως φολκλορικού είδους ή μαγικής πίστης, αλλά ως τρόπου ζωής Με την μνήμη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ο οποίος μας μιλά για τον Θεό ως Φως και θέτει ως απώτερο στόχο της πνευματικής μας πορείας την κοινωνία με το Φως. Με την ανάδειξη του Σταυρού, ως κορυφαίου σημείου χαρμολύπης, αλλά και υπόμνησης ότι η ζωή μας χρειάζεται να περάσει από την υπακοή στο θέλημα του Θεού, από την τήρηση των εντολών του, από το Πάθος για να έρθει η Ανάσταση. Με την παρουσία της μορφής του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακας, ο οποίος μας θυμίζει την ασκητική παράδοση της αγάπης, και της προσευχής, ως τρόπου κοινωνίας με το Θεό και ως διαρκούς πρότασης της Εκκλησίας στον κόσμο.

Ο δεύτερος κύκλος κλείνει σήμερα με την αναφορά της Εκκλησίας μας στο πρόσωπο της Oσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. Στο πρόσωπο της Αγίας συγκρούονται δύο τρόποι ζωής, ο τρόπος της αμαρτίας και ο τρόπος της μετάνοιας, ο τρόπος της αυτονόμησης του ανθρώπου από το Θεό και της παράδοσής του στην φιληδονία, την φιλαυτία και την φιλοδοξία, και ο τρόπος της ανταπόκρισης του ανθρώπου στην αγάπη του Θεού, η εγκατάλειψη στη χάρη Του.

Ο Ζωσιμάς λοιπόν αναζητώντας στη έρημο κάποιον ασκητή, ο οποίος θα τον ωφελούσε πνευματικά και θα του απαντούσε στην αγωνία του για το τέλειο, συναντά την Οσία, η οποία επί πολλά έτη ζούσε εκεί και είχε αποκτήσει όλα τα πνευματικά εκείνα χαρίσματα που ο Θεός προσφέρει σε όσους τον αγαπούν.

Πατρίδα της η Αίγυπτος. Δώδεκα ετών έρχεται στην Αλεξάνδρεια και επί 17 έτη θα ζήσει ως πόρνη. Κάποτε βλέπει ανθρώπους να ετοιμάζονται να πάνε στα Ιεροσόλυμα για την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Ταξιδεύει μαζί τους, όχι για να προσκυνήσει, αλλά για να αμαρτήσει. Φτάνει στον Ναό της Αναστάσεως και στην πόρτα μια δύναμη την εμποδίζει να εισέλθει. Εκεί συναισθάνεται την ακαθαρσία των έργων της, αρχίζει να κλαίει και να θρηνεί, βλέπει την εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, της ζητά να την αφήσει να χαιρετήσει το Ξύλο του Σταυρού και της υπόσχεται ότι θα εγκαταλείψει τον κόσμο και την αμαρτία.

Πραγματικά, η Παναγία από τότε καθοδηγεί τα βήματά της στην έρημο του Ιορδάνη. 47 ολόκληρα χρόνια περνά εκεί. Τα πρώτα 17 χρόνια βασανίζονταν από έναν ακατάπαυτο πόλεμο, τον οποίο ξεπέρασε με την διαρκή επίκληση της Υπεραγίας Θεοτόκου και την εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού. Κατόπιν, μπόρεσε και υπερέβη την ανθρώπινη φύση και τις ανάγκες της, χάρις στη διαρκή κοινωνία με το Χριστό.

Η Οσία ζητά από τον Άγιο να επιστρέψει τον επόμενο χρόνο την Μεγάλη Πέμπτη να την κοινωνήσει. Ο Αββάς έρχεται, την βλέπει να περπατά πάνω στα νερά του Ιορδάνη, την κοινωνεί και η Αγία του ζητά να έρθει πάλι τον επόμενο χρόνο. Ο Αββάς έρχεται, την βρίσκει αναπαυμένη εν Κυρίω, την ίδια ημέρα που μετάλαβε των αχράντων Μυστηρίων. Ένα λιοντάρι τον βοηθά να ανοίξει τον λάκκο και να θάψει την Οσία, της οποίας τον βίο διηγήθηκε στους μοναχούς της Μονής του και ο οποίος παρέμεινε στην συνείδηση της Εκκλησίας ως ακριβές υπόδειγμα μετανοίας, αλλά και μοναδικής αλλαγής τρόπου ζωής.

Αδελφοί μου!

Πόσες φορές έχει συμβεί να χτυπήσουμε και εμείς την πόρτα του Θεού με τον ίδιο τρόπο που επιχείρησε και η Μαρία να μπει στον χώρο της Παρουσίας Του; Πόσες φορές προσπαθήσαμε να προσευχηθούμε, να Τον πλησιάσουμε εν σιωπή; Πόσες φορές λαχταρήσαμε τον Θεό και πόσες φορές νιώσαμε ότι ανάμεσα στην προσευχή μας και σ' Αυτόν, ανάμεσα στη σιωπή μας και σ' Αυτόν, ανάμεσα στη λαχτάρα μας και σ' Αυτόν υπήρχε ένα εμπόδιο που δεν μπορούσαμε να υπερπηδήσουμε;…

Αλλά και πόσες φορές έχει χτυπήσει ο Θεός την πόρτα της καρδιάς μας! Θυμάστε τη φράση από την Αποκάλυψη: «Ιδού ίσταμαι επί την θύραν και κρούω...». Πόσες φορές με τα λόγια του Ευαγγελίου, με τα γεγονότα της ζωής μας, με τις αδύναμες νεύσεις τής ψυχής μας, μ' έναν ψίθυρο του Αγίου Πνεύματος, με όλους τους τρόπους που ο Θεός μεταχειρίζεται για να μας πλησιάσει- πόσες άραγε φορές δεν έχει χτυπήσει αυτή τη θύρα και πόσες φορές εμείς αποφασίσαμε ότι θα παραμείνει κλειστή! Ή απλώς δεν φροντίσαμε να ανοίξει, διότι ήμασταν απασχολημένοι εκείνη τη στιγμή με πράγματα σημαντικότερα για μάς από τη δική Του παρουσία που ερχόταν να μας διακόψει και να μας ενοχλήσει! Και πόσες φορές αρνηθήκαμε να μην ανοίξουμε αυτή την πόρτα, επειδή ο ερχομός του Κυρίου θα σήμαινε το τέλος κάποιων πραγμάτων που ήταν πολύτιμα και μετρούσαν για μας... Και η πόρτα μας ήταν κλειστή στο πρόσωπο Του ακριβώς με τον ίδιο τρόπο πού όλες οι πόρτες ήταν κλειστές στο πρόσωπο τής Μητέρας Του και του Ιωσήφ τη νύχτα της Γεννήσεως...

Η Μαρία η Αιγυπτία, αντιμέτωπη με την απουσία του Θεού, με την άρνηση Του να της επιτρέψει να εισέλθει στον χώρο της Παρουσίας Του, αντιμέτωπη με μία κλειστή πόρτα μέσα της, ένιωσε άτι, αν δεν άνοιγε η πόρτα αυτή, όλα ήταν μάταια. Και αποστράφηκε καθετί που στεκόταν ανάμεσα σ' αυτήν και στον Θεό, ανάμεσα σ' αυτήν…

Μήπως δεν είναι αυτό ένα παράδειγμα, μια κλήση, μια εικόνα του τι θα μπορούσε να είναι ή ζωή τού καθενός μας; Μα ίσως και να πούμε: «Ναι, αυτό ίσχυε για εκείνην που ήταν μία μέλλουσα άγια...». Καθένας όμως από μας έχει προσκληθεί να επικοινωνεί με το Θεό με τέτοιο τρόπο, ώστε ο Θεός και εμείς να μπορούμε να γινόμαστε ένα…! Αυτή είναι η κλήση μας· μπορεί αυτό να επιτευχθεί με μόνες τις δικές μας δυνάμεις; Όχι, δεν μπορεί. Αλλά μπορεί να το κατορθώσει ο Θεός μέσα μας μόνον αν στραφούμε σ' Αυτόν με όλη μας τη διάνοια, όλη την καρδιά και όλη την προσδοκία μας, αποφασιστικά. Ναι, χρειάζεται αποφασιστικότητα, και λαχτάρα, παθιασμένη, απελπισμένη λαχτάρα... Και τότε... τότε όλα γίνονται δυνατά. Ο απόστολος Παύλος ζήτησε από το Θεό δύναμη για να εκπληρώσει την αποστολή του, και ο Κύριος του είπε, «Αρκεί σοι η χάρις μου. Η γάρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται...» Και στο τέλος της ζωής του, έχοντας ολοκληρώσει την αποστολή του, ο Παύλος, είπε: «Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ»...

Είμαστε τόσο αδύναμοι, αδελφοί μου! Πόση όμως ελπίδα και έμπνευση μπορούμε να αντλήσουμε από κάθε Άγιο, στο πρόσωπο του οποίου ξεδιπλώθηκαν και τελειώθηκαν η δόξα, η δύναμη, η νίκη, η ίδια η ζωή!

Ας εμπνευσθούμε λοιπόν για άλλη μια φορά από αυτά που ακούμε, από αυτά που αντλούμε από το Ευαγγέλιο, τη Θεία Κοινωνία, την προσευχή, τη σιωπή και την παρουσία του Θεού. Και ας κάνουμε ένα ακόμη βήμα μπροστά προς τη θέα της αγάπης Του, που θα φανερωθεί τη Μ. Εβδομάδα, στα τελευταία βήματα προς το Γολγοθά, με την τελική νίκη της Σταυρωμένης Αγάπης και της Αναστάσεως.

Αναδημοσίευση κειμένου από: ntprodromoy.blogspot.com
Περισσότερα...

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2015

Ο Ακάθιστος Ύμνος


Του Ιωάννου Φουντούλη

Στην επίσημη λειτουργική γλώσσα η ακολουθία αυτή ονομάζεται «Ακάθιστος Ύμνος» ή μονολεκτικά «Ακάθι-στος», από την ορθία στάση, που τηρούσαν οι πιστοί καθ’ όλη τη διάρκεια της ψαλμωδίας της. Έτσι και με τα λόγια και με τη στάση του σώματος εκφράζεται η τιμή, η ιδιαίτερη ευλάβεια, η ευχαριστία προς εκείνη, προς την οποία απευθύνουμε τους χαιρετισμούς μας.



Είναι δε η ακολουθία αυτή στη σημερινή λειτουργική μας πράξη εντεταγμένη στο λειτουργικό πλαίσιο της ακολουθίας του μικρού αποδείπνου, όπως ακριβώς τελέσθηκε απόψε. Έτσι γίνεται κάθε Παρασκευή στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες των Νηστειών, ακόμα και την Παρασκευή της Ε' Εβδομάδος, που μετά την τμηματική στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες ψαλμωδία του, ανακεφαλαιώνεται ολόκληρος ο ύμνος. Στα μοναστήρια, αλλά και στη σημερινή ενοριακή πράξη και παλαιότερα κατά τα διάφορα Τυπικά, έχουμε και αλλά λειτουργικά πλαίσια για την ψαλμωδία του ύμνου: την ακολουθία του όρθρου, του εσπερινού, της παννυχίδος ή μιας ιδιόρρυθμης Θεομητορικής Κωνσταντινουπολιτικής ακολουθίας, την «πρεσβεία». Σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις σ’ ένα ορισμένο σημείο της κοινής ακολουθίας γίνεται μια παρεμβολή. Ψάλλεται ο κανών της Θεοτόκου και ολόκληρο ή τμηματικά το κοντάκιο και οι οίκοι του Ακάθιστου.

Θα παρατρέξωμε το διαφιλονικούμενο, εξ’ άλλου, θέμα του χρόνου της συντάξεως και του ποιητού του Ακάθιστου. Πολλοί φέρονται ως ποιηταί του: ο Ρωμανός ο Μελωδός, ο Γεώργιος Πισίδης, οι πατριάρχαι της Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος, Γερμανός ο Α΄, ο Ιερός Φώτιος, ο Γεώργιος Νικομήδειας (Σικελιώτης), ποιηταί που έζησαν από τον Ζ΄ μέχρι τον Θ΄ αιώνα. Η παράδοσις παρουσιάζει μεγάλη αστάθεια και οι νεώτεροι μελετηταί, στηριζόμενοι στις λίγες εσωτερικές ενδείξεις που υπάρχουν στο κείμενο, άλλοι προτιμούν τον ένα και άλλοι τον άλλο από τους φερομένους ως ποιητάς του. Ένα ιστορικό γεγονός, με το οποίο συνεδέθη από την παράδοσι η ψαλμωδία του Ακάθιστου, θα μπορούσε να μας προσανατολίση κάπως στην αναζήτησί μας: Η επί του αυτοκράτορος Ηρακλείου πολιορκία και η θαυμαστή σωτηρία της Κωνσταντινουπόλεως την 8η  Αυγούστου του έτους 626. Κατά το Συναξάριο μετά την λύσι της πολιορκίας εψάλη ο ύμνος αυτός στον ναό της Θεοτόκου των Βλαχερνών, ως δοξολογία και ευχαριστία για την σωτηρία, που απεδόθη στην θαυματουργική δύναμι της Θεοτόκου, της προστάτιδας της Πόλεως. Πατριάρχης τότε ήτο ο Σέργιος, που πρωτοστάτησε στους αγώνας για την άμυνα. Εύκολο ήταν να θεωρηθή και ποιητής του ύμνου, αν και ούτε ως υμνογράφος μας είναι γνωστός, ούτε και ορθόδοξος ήτο. Εξ’ άλλου ο ύμνος θα έπρεπε να ήταν παλαιότερος, γιατί αν ήταν γραμμένος για την σωτηρία της Πόλεως δεν θα ήταν δυνατόν παρά ρητώς να κάμνη λόγο γι’ αυτήν και όχι να αναφέρεται σε άλλα θέματα, όπως θα ιδούμε πιο κάτω. Η ψαλμωδία όμως του Ακάθιστου συνδέεται από τις ιστορικές πηγές και με άλλα παρόμοια γεγονότα: τις πολιορκίες και την σωτηρία της Κωνσταντινουπόλεως επί Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673), επί Λέοντος του Ισαύρου (717-718) και επί Μιχαήλ Γ΄ (860).

Όποιος όμως και αν ήταν ο ποιητής και με οποιοδήποτε ιστορικό γεγονός από τα ανωτέρω και αν συνεδέθη πρωταρχικά, ένα είναι το αναμφισβήτητο στοιχείο, που μας δίδουν οι σχετικές πηγές, ότι ο ύμνος εψάλλετο ως ευχαριστήριος ωδή προς την υπέρμαχο στρατηγό του Βυζαντινού κράτους κατά τις ευχαριστήριες παννυχίδες που ετελούντο εις ανάμνησιν των ανωτέρω γεγονότων. Κατά την παρατήρησι του συναξαριστού ο ύμνος λέγεται «Ακάθιστος», γιατί τότε κατά την σωτηρία της Πόλεως και έκτοτε μέχρι σήμερα, όταν οι, οίκοι του ύμνου αυτού εψάλλοντο, «ορθοί πάντες» τους ήκουαν εις ένδειξιν ευχαριστίας προς την Θεοτόκο, ενώ στους οίκους των άλλων κοντακίων «εξ έθους» εκάθηντο.

Γιατί όμως ψάλλεται κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή; Οι λύσεις των ανωτέρω πολιορκιών δεν συνέπεσαν κατ’ αυτήν. Στις 8 Αυγούστου ελύθη η πολιορκία επί Ηρακλείου, τον Σεπτέμβριο η επί Πωγωνάτου, στις 16 Αυγούστου εωρτάζετο η ανάμνησις της σωτηρίας της Πόλεως επί Λέοντος Ισαύρου και στις 18 Ιουνίου ελύθη η πολιορκία επί Μιχαήλ του Γ΄. Με την Μεγάλη Τεσσαρακοστή συνεδέθη προφανώς εξ αιτίας ενός άλλου καθαρώς λειτουργικού λόγου: Μέσα στην περίοδο της Νηστείας εμπίπτει πάντοτε η μεγάλη εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Είναι η μόνη μεγάλη εορτή, που λόγω του πένθιμου χαρακτήρας της Τεσσαρακοστής, στερείται προεορτίων και μεθεόρτων. Αυτήν ακριβώς την έλλειψη έρχεται να κάλυψη η ψαλμωδία του Ακάθιστου, τμηματικώς κατά τα απόδειπνα των Παρασκευών και ολόκληρος κατά το Σάββατο της Ε΄ εβδομάδος. Το βράδυ της Παρασκευής ανήκει λειτουργικούς στο Σάββατο, ήμερα που μαζί με την Κυριακή είναι οι μόνες ήμερες των εβδομάδων των Νηστειών, κατά τις οποίες επιτρέπεται ο εορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων, και στις όποιες, καθώς είδαμε, μετατίθενται οι εορτές της εβδομάδος. Καθ’ ωρισμένα Τυπικά ο Ακάθιστος εψάλλετο πέντε ήμερες προ της εορτής του Ευαγγελισμού και κατ’ άλλα τον όρθρο της ημέρας της εορτής. Ο Ακάθιστος ύμνος είναι το κοντάκιο του Ευαγγελισμού, ο ύμνος της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού.

Όταν ο Ακάθιστος συνεδέθη με τα ιστορικά γεγονότα, που αναφέραμε, τότε συνετέθη νέο ειδικό προοίμιο, γεμάτο δοξολογία και ικεσία, το τόσο γνωστό «Τη υπερμάχω». Στην υπέρμαχο στρατηγό, η πόλις της Θεοτόκου, που λυτρώθηκε χάρι σ’ αυτήν από τα δεινά, αναγράφει τα νικητήρια και παρακαλεί αυτήν που έχει την ακαταμάχητη δύναμι να την ελευθερώνη από τους ποικίλους κινδύνους για να την δοξολογή κράζοντας το: «Χαίρε, νύμφη ανύμφευτε». Ο ύμνος ψάλλεται και πάλι σε ήχο πλ. δ΄.

«Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τά νικητήρια,
ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν, εὐχαριστήρια
ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου, Θεοτόκε·
ἀλλ' ὡς ἔχουσα τό κράτος ἀπροσμάχητον,
ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
ἵνα κράζω σοι·
Χαῖρε, νύμφη ἀνύμφευτε».

Πηγή: Αποστολική Διακονία
Περισσότερα...

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2015

Ο Μέγας Κανών



Σε αυτή την ανάρτηση θα μάθουμε για τον Μεγάλο Κανόνα, ένα υμνογραφικό αριστούργημα που συνέγραψε ο Άγιος Ανδρέας Αρχιεπίσκοπος Κρήτης, μέσα από ένα κείμενο του πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Φιοράκη.

Την πέμπτη εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής την ονομάζουμε και εβδομάδα του Μεγάλου Κανόνα...



...εξαιτίας της ψαλμωδίας του αριστουργηματικού υμνογραφήματος, του Αγίου Ανδρέου επισκόπου Κρήτης, που ψάλλεται στους μεν ενοριακούς Ναούς την Τετάρτη το απόγευμα, στις δε ιερές Μονές κατά τον όρθρο της Πέμπτης, όπου και η κανονική του θέση. Η ψαλμωδία του το εσπέρας της Τετάρτης στους ενοριακούς Ναούς γίνεται για εξοικονόμηση χρόνου, και επισυνάπτεται με την ακολουθία του Μικρού Αποδείπνου.

Για το εκτενέστατο αυτό υμνογράφημα έχουν γραφτεί από αρμοδιοτέρους τα πρέποντα και μια επιπλέον καταγραφή αποτελεί μια πλεοναστική κατάχρηση, έτσι εδώ δεν θα πούμε κάτι καινούργιο, που είναι άλλωστε και αρμοδιότητα των ασχολουμένων με τα της υμνογραφίας, αλλά παίρνοντας αφορμή από την ψαλμωδία του κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστης, θα κάνουμε κάποιες απλές νύξεις, από εκείνα που τόσο απλόχερα παραθέτει η πλουσιώτατη βιβλιογραφία.

Χρειάζεται εξαρχής να σημειωθεί, ότι ο Κανόνας είναι ένα υμνογραφικό είδος, που αποτελείται από εννέα ωδές κατά το πρότυπο των βιβλικών ωδών. Κάθε ωδή αποτελείται από ομόηχα τροπάρια, που έχουν επικεφαλίδα τους τον ειρμό (από το ρήμα είρω = συνδέω, συνάπτω). Ο ειρμός αποτελεί το πρότυπο του ρυθμού, του μέτρου, και φυσικά του ήχου των τροπαρίων που συναπτονται σ' αυτον. Κάποιες φορές δεν τηρείται απόλυτα ούτε η ρυθμική, ούτε η μετρική προσαρμογή των τροπαρίων προς τον ειρμό και αυτές οι διαφοροποιήσεις αναπληρώνονται από τον νόμο της τονικότητος, δηλαδή της επεκτάσεως ή συμπτύξεως συλλαβών με τη μουσική. Τα τροπάρια του Κανόνα σαν θέμα τους έχουν κάποιο γεγονός ή πρόσωπο. Συχνά με το αρχικό γράμμα των τροπαρίων δημιουργείται η ακροστιχίδα, που αποτελεί το κλειδί για να ελεγχθεί η ακεραιότητα του κανόνα, και παράλληλα προσφέρει τη δυνατότητα να καθορισθεί η πατρότητα του ύμνου. Στην ακροστιχίδα πολλές φορές εκφράζεται και κάποια θεμελιώδης δογματική αλήθεια. Στον πρώτο κανόνα των Χριστουγέννων, ο ποιητής Κοσμάς Μαϊουμά έχει την εξής ακροστιχίδα: «Χριστος βροτωθείς ήν όπερ Θεός μένη». Και για να μην επεκταθούμε σε επιμέρους ζητήματα των κανόνων, που είναι πολλά και τα οποία εξετάζονται στα ειδικά συγγράμματα της υμνογραφίας, πληροφοριακά λέμε, ότι στους κανόνες της Παρακλητικής, του Πεντηκοσταρίου, των Μηναίων και του Θεοτοκαρίου, παραλείπεται η β' ωδή, η οποία υπάρχει μόνο στους κανόνες των καθημερινών του Τριωδίου.

Οι κανόνες είναι πολλοί και ανάλογα με το περιεχόμενο που εκφράζουν διακρίνονται σε διάφορα είδη, έτσι έχουμε τριαδικούς, αναστάσιμους σταυροαναστάσιμους, σταυρώσιμους, θεομητορικούς, παρακλητικούς ή ικετηρίους, κατανυκτικούς και κανόνες αγίων κ.ο.κ. Οι κανόνες που προαναφέραμε συνδέονται κυρίως με δύο μεγάλες υμνογραφικές προσωπικότητες, τον Άγιο Ανδρέα Κρήτης και τον όσιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό.

Του Μεγάλου Κανόνα δημιουργός είναι ο Άγιος Ανδρέας Κρήτης. Ο Κανόνας αυτός αποτελείται από 250 τροπάρια, στα οποία αργότερα προσετέθησαν και μερικά άλλα προς τιμήν της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και του δημιουργού του Κανόνα Αγίου Ανδρέα, και έτσι φθάνει τα 280. Ο Άγιος Ανδρέας αρχικά είχε συνθέσει τόσα τροπάρια, όσοι είναι και οι στίχοι των εννέα βιβλικών ωδών, ώστε κάθε στίχος να αντιστοιχεί και σ' ένα τροπάριο. Τα ακριβή περιστατικά της συγγραφής του Μεγάλου Κανόνα δεν είναι γνωστά. Το πλούσιο θεματολόγιό του το αντλεί από την Παλαιά κυρίως Διαθήκη, και λιγότερο από την Καινή και προσπαθεί μέσα απ' αυτα να διατυπώσει διδάγματα και προτροπές για μετάνοια, κύριο μέλημα του κάθε χριστιανού.

Στο συναξάριο του όρθρου της Πέμπτης εβδομάδος των Νηστειών, ημέρα που ψάλλεται στους Ναούς ο Κανόνας, υπάρχει καταχωρημένος ο αποχρών λόγος για την παρουσία του στο υμνογραφικό πλαίσιο της ημέρας. Διαβάζουμε λοιπόν: «πάσαν γάρ της παλαιάς και νέας Διαθήκης ιστορίαν... από Αδάμ δηλαδή μέχρι και αυτής της Χριστού Αναλήψεως και του των Αποστολων κηρύγματος. Προτρέπεται γούν διά τούτου πάσαν ψυχήν, όσαν μεν αγαθά της ιστορίας ζηλούν και μιμείσθαι προς δύναμιν, όσα δε των φαύλων αποφεύγειν, και αεί πρός Θεόν ανατρέχειν διά μετανοίας, διά δακρύων και εξομολογήσεως, και της άλλης δηλονότι ευαρεστήσεως».

Από κάποια υμνογραφικά σημεία των τροπαρίων του Κανόνα οι μελετητές θεωρούν, ότι το μελούργημα αυτό συντέθηκε, όταν ο Άγιος βρισκόταν σε μεγάλη ηλικία, ενώ ο τόπος γραφής του πρέπει να ήταν η Κωνσταντινούπολη, στην οποία είχε βρεθεί ο Άγιος Ανδρέας, όταν αυτή σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή είχε δεχθεί βαρβαρική επίθεση από την οποία διασώθηκε με την προστασία της Θεοτόκου. Αυτό και φαίνεται να είναι το έτος 717, όταν οι Άραβες την πολιόρκησαν για δεύτερη φορά, τότε πρέπει να γράφτηκε ο Κανόνας. Το σχετικό τροπάριο: «Την Πόλιν σου φύλαττε, ευλογημένη άχραντε, εν σοί γάρ αύτη, πιστώς βασιλεύουσα, εν σοί και κρατύνεται, και διά σου νικώσα, τροπούται πάντα πειρασμόν, και σκυλεύει πολεμίους, και διέπει το υπήκοον», κάτι τέτοιο υπονοεί.

Τα θέματα που διαπραγματεύεται είναι ποικίλα και τα οποία έχουν μια δραματική πρωτοτυπία, που δημιουργείται από την χρήση των πολλών βιβλικών προσώπων, που με τρόπο δραματικό εμφανίζονται μέσα από την στιχοπλοκή των τροπαρίων. Τα υποδείγματα που χρησιμοποιούνται γίνονται προτρεπικά ή αποτρεπτικά στην δράση της ανθρώπινης καρδιάς. Ο άνθρωπος εύκολα παρασύρεται από τα θέλγητρα του κόσμου, που με τρόπο απατηλό τον μαγεύουν και θυσιάζει πλειστάκις «τα του πρώτου κάλλους πρωτοτόκια», με αποτέλεσμα να παραδίνεται στα φιλήδονα πάθη, «ταίς φιλήδοναις ορμαίς», θα σημειώσει ο ποιητής. 'Ολα αυτά μας ξεστρατίζουν και οδηγούν στην επικίνδυνη τάση της αυτοειδωλοποίησης, «αυτείδωλον εγενόμην τοις πάθεσι την ψυχήν μου βλάπτων», σ' αυτούς τους «ληστές» που ενεδρεύουν σε κάθε βήμα, που αν δεν υπάρξει πνευματική εγρήγορση, μας φέρνουν πνευματική παράκρουση.

Όλα τα τροπάρια έχουν μια μοναδικότητα στην καταγραφή των πολλών και διαφόρων επιρροών, που κάνει η αμαρτία στην ανθρώπινη ύπαρξη. Δίκαια ονόμασαν τον Μεγάλο Κανόνα σαν ψυχογράφημα από το οποίο φαίνονται οι παράμετροι της προσωπικής μας πορείας στον δρόμο της μετανοίας. Εφόσον μέσα από την μελέτη και εμβάθυνση, μπορούμε να έλθουμε σε συναίσθηση της αλλοτριωτικής αμαρτωλής μας, αλλά και του μεγέθους της Θείας αγάπης. Τα πρόσωπα της μετανοίας που καταγράφονται στις γραμμές του μπορούμε να τα εκλάβουμε ως υποδείγματα για τη δική μας επιστροφή εις την τρίβον της μετανοίας «Μετανοίας ο καιρός, προσέρχομαί σοι τώ Πλαστουργώ μου, άρον τον κλοιόν απ' εμού τον βαρύν, τον της αμαρτίας...», ανακαλύπτοντας το άπειρον της ευσπλαγχνίας του Θεού: «Φιλάνθρωπε, ο πάντας θέλων σωθήναι, σύ ανεκέλεσαί με και δέξαι ως αγαθός μετανοούντα με». Η κραυγή «εν μετανοία με παράλαβε, και εν επιγνώσει ανακάλεσαι, μή γένωμαι κτήμα, μή βρώμα του αλλοτρίου, Σωτήρ, αυτός με οίκτειρον».

Κατακλείοντας τα σκόρπια αυτά σπαράγματα των σκέψεων γύρω από το εξαίσιο υμνογράφημα του Μεγάλου Κανόνος, ας σταθούμε λίγο από την έξοδό τους, στο περίφημο κοντάκιο: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τί καθεύδεις, το τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι, ανάνηψόν ούν, ίνα φείσηταί σου τέλος εγγίζει και μέλλεις θορυβείσθαι, ανάνηψον ούν, ίνα φείσηταί σου Χριστός ο Θεός...», στο οποίο και συνοψίζεται η φιλοσοφία του ύμνου. Το κοντάκιο αποτελεί μια κραυγή του είναι μας, προς το είναι της υπάρξεώς μας να ξυπνήσει από τον ζοφερό ύπνο της αμαρτίας για να ανανήψει από την πνευματική ραθυμία, ώστε «αναλαμβάνουσα τον αγώνα τον καλόν» να επιτύχει του ελέους της θείας Αγάπης.
Περισσότερα...

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου


Αναφορά στη Μεγάλη εορτή του Ευαγγελισμού και ερμηνεία της ιεράς εικόνας του, από τον α' τόμο του βιβλίου "Ο Μυστικός κόσμος των Βυζαντινών Εικόνων" του Χρήστου Γκότση, Εκδόσεων της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Τη συμβολή της Θεοτόκου στη σάρκωση του Λόγου του Θεού, φέρνει η Εκκλησία μας στη μνήμη των πιστών, με την εορτή του Ευαγγελισμού. Η ακολουθία της εορτής είναι στηριγμένη στην αφήγηση του Ευαγγελιστή Λουκά:


«Ἐν δὲ τῷ μηνὶ τῷ ἕκτῳ ἀπεστάλη ὁ ἄγγελος Γαβριὴλ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ εἰς πόλιν τῆς Γαλιλαίας, ᾗ ὄνομα Ναζαρέτ, πρὸς παρθένον μεμνηστευμένην ἀνδρί, ᾧ ὄνομα Ἰωσήφ, ἐξ οἴκου Δαυίδ, καὶ τὸ ὄνομα τῆς παρθένου Μαριάμ. Καὶ εἰσελθὼν ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτὴν εἶπε• χαῖρε, κεχαριτωμένη• ὁ Κύριος μετὰ σοῦ• εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξίν. Ἡ δὲ ἰδοῦσα διεταράχθη ἐπὶ τῷ λόγῳ αὐτοῦ, καὶ διελογίζετο ποταπὸς εἴη ὁ ἀσπασμὸς οὗτος. Καὶ εἶπεν ὁ ἄγγελος αὐτῇ• μὴ φοβοῦ, Μαριάμ• εὗρες γὰρ χάριν παρὰ τῷ Θεῷ. Καὶ ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν. Οὗτος ἔσται μέγας καὶ υἱὸς ὑψίστου κληθήσεται, καὶ δώσει αὐτῷ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνον Δαυὶδ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, καὶ βασιλεύσει ἐπὶ τὸν οἶκον Ἰακὼβ εἰς τοὺς αἰῶνας, καὶ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος. Εἶπε δὲ Μαριὰμ πρὸς τὸν ἄγγελον• πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω; Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ• Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι• διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ. Καὶ ἰδοὺ Ἐλισάβετ ἡ συγγενής σου καὶ αὐτὴ συνειληφυῖα υἱὸν ἐν γήρει αὐτῆς, καὶ οὗτος μὴν ἕκτος ἐστὶν αὐτῇ τῇ καλουμένῃ στείρᾳ• ὅτι οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ρῆμα. Εἶπε δὲ Μαριάμ• ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου• γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου. Καὶ ἀπῆλθεν ἀπ᾿ αὐτῆς ὁ ἄγγελος.» (Από το Ευαγγέλιο της εορτής, Λουκ. 1, 26-38).

Τα όσα εξιστόρησε πιο πάνω ο ιερός Ευαγγελιστής, συνοψίζονται στο απολυτίκιο της εορτής του Ευαγγελισμού, «Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ Κεφάλαιον (= η αρχή, η βάση), καὶ τοῦ ἀπ' αἰῶνος Μυστηρίου ἡ φανέρωσις, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, Υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται, καὶ Γαβριὴλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται. Διὸ σὺν αὐτῷ τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν• Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ». Το απολυτίκιο, καθώς και οι λοιποί ύμνοι της εορτής, ζωντανεύει τη σκηνή, τη στιγμή που ο αρχάγγελος Γαβριήλ αναγγέλει στην Παρθένο Μαρία ότι με την επισκίαση του Αγίου Πνεύματος θα γίνει η Μητέρα του Θεού.

Εκείνα που αφηγείται ο Ευαγγελιστής Λουκάς και με την ωραία γλώσσα της ποίησης διαλαλούν οι ύμνοι της Εκκλησίας, τα προβάλλει η βυζαντινή εικόνα του Ευαγγελισμού. Η στάση των προσώπων, η έκφραση και οι χειρονομίες τους, καθώς τα χρώματα και οι λεπτομέρειες της παράστασης, υπομνηματίζουν το γεγονός.

Περιγραφή της εικόνας

Α) Ο αρχάγγελος Γαβριήλ. Είναι ο «πρωτοστάτης άγγελος», ο αγγελιοφόρος του Θεού, που έφερε στην αγνή κόρη της Ναζαρέτ το χαρμόσυνο μήνυμα. Η στάση του σώματός του εκφράζει τη χαρά που έφερε το άγγελμά του. Παρόλο που ο αρχάγγελος βρίσκεται στο έδαφος, παρουσιάζεται με ορμή κίνησης, όπως άλλωστε μαρτυρεί το άνοιγμα των ποδιών του. Στον Ευαγγελισμό της Μονής Δαφνίου η στάση του αγγέλου δίνει με αριστουργηματικό τρόπο την εντύπωση πως η πτήση του δεν έχει τελειώσει, καθώς μιλάει στη Θεοτόκο. Ο Γαβριήλ με το αριστερό του χέρι κρατεί σκήπτρο, που συμβολίζει τον αγγελιοφόρο και όχι κρίνο, όπως μάς έχει συνηθίσει η δυτική ζωγραφική. Το δεξί του χέρι απλώνεται με βίαιη κίνηση προς τη Θεοτόκο σε σχήμα ομιλίας. Βοά σ' αυτήν κατά το γνωστό τροπάριο «ποῖον σοι ἐγκώμιον, προσαγάγω ἐπάξιον, τί δε ὀνομάσω σε; ἀπορῶ καὶ ἐξίσταμαι. Διὸ ὡς προσετάγην (=διατάχτηκα), βοῶ σοι• Χαῖρε, ἡ Κεχαριτωμένη».

Β) Η Θεοτόκος. Η Μητέρα του Θεού είναι η «κεχαριτωμένη», η ευλογημένη μεταξύ των γυναικών. Η βυζαντινή εικόνα του Ευαγγελισμού την παρουσιάζει άλλοτε να κάθεται στο θρόνο της και άλλοτε όρθια. Στην περίπτωση που η Θεοτόκος εικονίζεται καθισμένη, η εικόνα υπογραμμίζει την υπεροχή της απέναντι στον αρχάγγελο. Στην Εκκλησία μας υμνούμε, ως γνωστό, τη Θεοτόκο ως «την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ» (των αγγελικών δηλαδή ταγμάτων). Εδώ ο αγιογράφος είναι και συνεπής στο απόκρυφο κείμενο. Το Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου γράφει πως η Παναγία «πήρε την πορφύρα, κάθησε στο θρόνο της και την έγνεθε. Και κείνη τη στιγμή στάθηκε μπροστά της ένας Άγγελος». Σ' άλλες εικόνες η Θεοτόκος είναι όρθια. Με τη στάση αυτή ακούει, κατά κάποιο τρόπο, καλύτερα το θείο μήνυμα.

Στην περίπτωση της Θεοτόκου αξίζει να μελετηθούν κυρίως τα αισθήματά της και οι σκέψεις της, ο ψυχικός της γενικά κόσμος την ώρα του Ευαγγελισμού.

Η εμφάνιση, πρώτα, του αρχαγγέλου και ο χαιρετισμός του, τάραξαν τη Θεοτόκο. Το αδράχτι με το νήμα που σύμφωνα με την παράδοση (Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου) κρατούσε στο χέρι της, έπεσε από το φόβο της. Βυθίστηκε σε σκέψεις. Σκεπτόταν τη σημασία του αγγελικού χαιρετισμού. Δεν αμφιβάλλει, δεν απιστεί στη διαβεβαίωση του αρχαγγέλου ότι θα γίνει Μητέρα του Θεού, μόνο με φρόνηση ρωτάει «Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεὶ ἄνδρα οὐ γινώσκω;». Εδώ η Θεοτόκος διαφέρει από την Εύα. Εκείνη παρασύρθηκε από τον εγωισμό της και δέχτηκε ανεξέταστα όσα ο σατανάς της πρότεινε. Η Θεοτόκος, αντίθετα, στολισμένη με ταπεινοφροσύνη και υπακοή στο θέλημα του Θεού, ζητάει να μάθει με πιο τρόπο θα πραγματοποιηθούν τα λόγια του αγγελιοφόρου του Θεού. Όταν όμως ο αρχάγγελος τη διαβεβαίωσε πως όλα θα γίνονταν με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και τη δύναμη του Θεού (το μαρτυρούν το τμήμα του κύκλου και οι ακτίνες που εκπέμπονται από αυτό στο πάνω μέρος της εικόνας), εκείνη ολόψυχα και ανεπιφύλακτα συγκατατέθηκε, «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου• γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου». Στο δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού της εορτής, η Εκκλησία μας δίκαια ψάλλει «Ἄγγελος λειτουργεῖ τῷ θαύματι, παρθενικὴ γαστὴρ τὸν Υἱὸν ὑποδέχεται, Πνεῦμα Ἅγιον καταπέμπεται, Πατὴρ ἄνωθεν εὐδοκεῖ, καὶ τὸ συνάλλαγμα (=συμφωνία) , κατὰ κοινὴν πραγματεύεται βούλησιν, την επιθυμία, τη συμφωνία μεταξύ του Θεού και της Παρθένου, Πλάστη και πλάσματος, γιατί «ἡ σάρκωσις τοῦ Λόγου ήτο ἔργον ὄχι μόνον τοῦ Πατρός καί τῆς Δυνάμεώς Του καί τοῦ Πνεύματος... ἀλλά καί τῆς θελήσεως καί τῆς πίστεως τῆς Παρθένου» (Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, «Η Θεομήτωρ», σ. 134).

Η αμηχανία και η φρόνηση της Θεοτόκου, που με υπέροχους διαλόγους παρουσιάζουν τα τροπάρια της εορτής του Ευαγγελισμού, εκφράζονται σ' άλλες εικόνες με την ανοιχτή παλάμη του δεξιού της χεριού. Η χειρονομία αυτή της απορίας είναι σαν να λέει «γάμου ὑπάρχω ἀμύητος, πῶς οὖν παῖδα τέξομαι;» (β' στιχηρό του εσπερινού).

Άλλες εικόνες του Ευαγγελισμού μάς τονίζουν τη συγκατάθεση της Θεοτόκου στα λόγια του αρχαγγέλου. Η Μητέρα του Θεού εικονίζεται με σκυμμένο το κεφάλι (όπως στην εικόνα μας) έχοντας το δεξί της χέρι πάνω στο στήθος της, ή να βγαίνει από το μαφόριό της. Αυτά μάς θυμίζουν το «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου...». Στην εικόνα μας ο αγιογράφος συνδυάζει στη στάση της Θεοτόκου την αμηχανία με τη συγκατάθεση. Παρουσιάζει τη Θεοτόκο με σκυμμένο το κεφάλι και βυθισμένη στις σκέψεις της.

Ο πιστός, καθώς ατενίζει και μελετά και προσκυνεί την εικόνα του Ευαγγελισμού, γεμάτος από χαρά και ευγνωμοσύνη σιγοψάλλει «Ἄξιον ἐστίν ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν σέ τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί μητέρα τοῦ Θεού ἠμῶν».

Ἀπολυτίκιον Εὐαγγελισμού τῆς Θεοτόκου

Περισσότερα...

Η Εκκλησία στην Επανάσταση του 1821


Σε αυτή την ανάρτηση και επ' ευκαιρία της εθ- νικής μας εορτής, θα αναφερθούμε στη μεγάλη προσφορά της Εκκλησίας στην Επανάσταση του 1821, μέσα από το εξαίρετο κείμενο «Το ράσο στην Επανάσταση του ’21», του πρω- τοπρεσβυτέρου Γεωργίου Μεταλληνού.



Η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριαρχείου και γενικά όλου του Ράσου στον πανεθνικό Αγώνα του ΄21 ήταν αδύνατη χωρίς μία πολύ δύσκολη αυθυπέρβαση. Και η αυθυπέρβαση αυτή δεν έχει σχέση, όπως θα δεχόταν η αντικληρική προπαγάνδα, με κάποια εθελοδουλία ή αδιαφορία για το Γένος. Αντίθετα, σχετιζόταν, άμεσα με την γνήσια και αυθεντική αποκατάστασή του. Ας θυμηθούμε εδώ το βαθύτερο στόχο της Εθναρχίας και του Κλήρου μέσω της «περιορισμένης συνεργασίας» με τον κατακτητή. Ήταν η ανάσταση όλου του Ρωμαίικου, δηλαδή της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, με την παλαιά έκταση και εύκλειά της. Αυτό εννοούσε ο Πατροκοσμάς λέγοντας συχνά: «αυτό μια μέρα θα γίνει ρωμαίικο». Αυτό εννοούσε και ο Ρήγας Βελεστινλής, έστω και σε ένα άλλο ιδεολογικό πλαίσιο, όταν έλεγε στο «Θούριό» του: «Βούλγαροι κι Αρβανίτες και Σέρβοι και Ρωμηοί, αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή, για την ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί».

Μετά το κίνημα του Αλ. Υψηλάντη θα αλλάξει αυτός ο ρωμαίικος οικουμενικός στόχος του Ρήγα και των Κολλυβάδων, που ήταν ο στόχος της Εθναρχίας (1). Από τη μεγαλοϊδεατική ιδεολογία του Γένους θα ενταχθεί ο Αγώνας στο πλαίσιο της αρχής των εθνικοτήτων - καρπού της Γαλλικής Επαναστάσεως, στοχεύοντας όχι πια στην ανασύσταση της αυτοκρατορίας, αλλά στη δημιουργία ενός μικρού ανεξάρτητου κράτους, στο οποίο θα «στριμωχνόταν» κυριολεκτικά (πρβλ. το 1922) το Ελληνικό Έθνος. Αυτό το πέρασμα από τη Ρωμαίικη Οικουμένη στο Ελληνικό κράτος ισοδυναμούσε με θάψιμο της Ρωμηοσύνης. Έτσι ο αγώνας του ΄21 εντάχθηκε στα σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης για την αυτοκρατορία της Ρωμανίας. Στις ευρωπαϊκές αυλές, όπως λ.χ. του Ναπολέοντος, καθορίσθηκε ο χαρακτήρας της Ελληνικής Επαναστάσεως, που δεν θα έχει πια ρωμαίικο - οικουμενικό χαρακτήρα, αλλά στενά εθνικό και κατ΄ουσίαν «αρχαιοελληνικό». Θα είναι επανάσταση των Ελλήνων του Ελλαδικού Θέματος όχι μόνο εναντίον των Τούρκων, αλλά και εναντίον της Ρωμαίικης Εθναρχίας, ως συνέχειας της «Ρωμαϊκής Βασιλείας» των «Βυζαντινών» (2). Το πραξικοπηματικό Αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας (1833) είναι η απτή επιβεβαίωση αυτών των ξενόφερτων προσανατολισμών.

Η συμμετοχή, συνεπώς, του Ράσου - και μάλιστα του Οικουμενικού Πατριαρχείου - στον Αγώνα υπήρξε δείγμα υψηλής αυθυπερβάσεως και αυτοθυσίας, αφού ήταν πια φανερό ότι ο Αγώνας είχε σαφώς αντιρωμαίικο και αντιεθναρχικό χαρακτήρα, στρεφόμενο και κατά του Πατριάρχου, ως Εθνάρχου των Ρωμηών (3). Η συμμετοχή δε αυτή ομολογείται από εκείνους, που την έζησαν σ΄όλη τη διάρκεια του Αγώνα και ήταν σε θέση να την επιβεβαιώσουν.

«Πλησίον εις τον Ιερέα - έλεγε ο Θ. Κολοκοτρώνης - ήτον ο λαϊκός, καθήμενοι εις ένα σκαμνί, Πατριάρχης και τζομπάνης, ναύτης και γραμματισμένος, ιατροί, κλεφτοκαπεταναίοι, προεστοί και έμποροι».(4)

Ο ιστορικός του 19ου αιώνα Χρ. Βυζάντιος σημειώνει: «Προύχοντες, κληρικοί, αρματολοί και κλέφται, λόγιοι και πλούσιοι, συνεφώνησαν ή μάλλον συνώμοσαν και παραχρήμα επαναστάτησαν κατά της τουρκικής δυναστείας (5).

Ο εθνικός ιστορικός μας Κ. Παπαρρηγόπουλος ομολογεί: «Οσαδήποτε και αν υπήρξαν τα αμαρτήματα πολλών εκ των Πατριαρχών, ουδείς όμως εξ αυτών, ουδείς ωλίσθησεν περί την ακριβή του πατρίου δόγματος και των υπάτων εθνικών συμφερόντων τήρησιν»(6).

Ανάλογα αποτιμούν τη στάση του Ράσου στην Επανάσταση ο Δ. Κόκκινος, ο Δ. Φωτιάδης, ο Σπ. Μαρινάτος, ο Ι. Συκουτρής, ο Κ. Βοβολίνης, ο Ν. Τωμαδάκης, ο Απ. Βακαλόπουλος κ.ά.(7)

Υπάρχουν βέβαια, και επικριτές του Κλήρου, και των Αρχιερέων, που αμφισβητούν ή και αρνούνται την ειλικρινή και άδολη συμμετοχή τους στον Αγώνα. Τέτοιες θέσεις έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει ο Γ. Κορδάτος (ιστορικός μαρξιστής), ο Γ. Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, αλλ΄όχι ιστορικός) ο Γ. Καρανικόλας (δημοσιογράφος, όχι ιστορικός) (8) κ.ά. Οι θέσεις αυτές επαναλαμβάνονται στερεότυπα από άλλους λιγότερο σημαντικούς και άσχετους με την ιστορική έρευνα. Αρκεί να μελετήσει κανείς το «ΔΕΛΤΙΟΝ» της Ο.Λ.Μ.Ε. (9), για να διαπιστώσει πως αυτούσιες οι ιδεολογικές αυτές ερμηνείες για το ΄21 περνούν στο χώρο της παιδείας. Το πραγματικά όμως ανέντιμο είναι, ότι στη μάχη της Αλαμάνας επαινείται μεν ο Αθανάσιος Διάκος, ως «κατώτερος» κληρικός, όχι όμως και ο οργανωτής και αρχηγός του ελληνικού σώματος Μητροπολίτης Σαλώνων Ησαΐας πού έπεσε ηρωικά στη μάχη μαζί με τον αδελφό του παπα-Γιάννη, έγγαμο και πατέρα πολλών τέκνων. Αλλά πρέπει να πολεμούνται οι «δεσποτάδες»! Το τραγικά απελπιστικό δε είναι, ότι πολλές από τις παλαιότερες τοποθετήσεις έχουν πια ξεπερασθεί και στο χώρο της μαρξιστικής ιστορικής Σχολής, οπότε οι υποστηρικτές τους αποδεικνύονται «παλαιομοδίτες» στο χώρο του ιστορικού ερασιτεχνισμού. Νεώτεροι μαρξιστές ιστορικοί, έχουν αποκηρύξει την ερμηνευτική μέθοδο του Γ. Κορδάτου και απομακρυνθεί από την ιδεολογική προοπτική του. Επίσης έχουν απορρίψει την προπολεμική θεωρία του «λαϊκισμού» (π.χ. Λέων. Στρίγκας). Έτσι, ο Π. Ρούσος δέχεται την επανάσταση του ΄21 ως εθνικοαπελευθερωτική και ομολογεί: «Σε σύγκριση με το εθνικό το κοινωνικό έρχεται στο υπόστρωμα». Ανάλογα δέχονται ο καθηγ. Βασ. Φίλιας, ο Λεων. Στρίγκας, η Ελ. Αντωνιάδου-Μπιμπίκου κ.ά. (10)

Η επικρατούσα στο χώρο της μαρξιστικής σκέψης σήμερα θέση είναι, ότι η Επανάσταση του ΄21 είναι εθνικοαπελευθερωτική, με κοινωνικό περιεχόμενο, αλλά μία, στην οποία έλαβαν μέρος οι πιο ετερόκλητες δυνάμεις, κάθε μία με τις δικές της προϋποθέσεις και στοχοθεσία. Δεν έχει εκλείψει όμως τελείως η ιδεολογική προσέγγιση, που αναιρεί κάθε δυνατότητα ιστορικής - επιστημονικής κατανοήσεως και ερμηνείας.


Ένα από τα επισημότερα θύματα της παρατεινόμενης αυτής ιδεολογικής αδιαλλα- ξίας είναι ο Μέγας Οικουμε- νικός Πατριάρχης του Αγώ- να, Αγιος Γρηγόριος Ε΄(11). Η ερμηνεία της στάσης του στον Αγώνα απαιτεί επαρκή γνώση της εποχής (ιστορι- κά, κοινωνιολογικά, πολιτι- κά, διπλωματικά) και τη χρήση ορθών κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδή και όχι σημερινών (ιστορικός ανα- χρονισμός).


Ο σοφός εκείνος Γενάρχης, πώς ήταν δυνατόν να παραβλέψει τους αρνητικούς παράγοντες, που απειλούσαν κάθε επαναστατική σκέψη (Ιερά Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οικτρές αποτυχίες, π.χ. 1790); Γιατί να απαιτεί κανείς λιγότερη σύνεση από εκείνη του Κοραή και του Καποδίστρια, πού ήσαν τελείως αρνητικοί στα σχέδια εξεγέρσεως; Και όμως, σε καμία παρακωλυτική ή αποτρεπτική ενέργεια δεν προέβη, η δε αλληλογραφία του είναι σαφώς θετική και φανερώνει την εσωτερική συμμετοχή του στα σχέδια της Φιλικής (12). Θα ερωτήσει, βέβαια, κανείς: και ο περιβόητος αφορισμός του κινήματος Υψηλάντου - Σούτσου; Δεν εν είναι σαφής αντίδραση του Γρηγορίου; Έτσι άλλωστε ερμηνεύεται ως σήμερα από την αρνητική κριτική. Μπορεί όμως να «ερμηνευθεί» ο αφορισμός χωρίς να ληφθεί υπόψη το κλίμα, μέσα στο οποίο έγινε; Και ποιο ήταν το κλίμα αυτό; - Έκρηξη της οργής του Σουλτάνου (απόλυτου κυρίου πάνω σε κάθε υπήκοο) - Αμεσος κίνδυνος γενικής σφαγής των Ρωμηών (ομολογία εκθέσεων των Ξένων της Κων/πόλεως) (13). Απερίγραπτες θηριωδίες, που προοιώνιζαν τη συνέχεια. - Παύση από τον Σουλτάνο δύο Μ. Βεζίρηδων, με την κατηγορία της επιεικούς στάσεως έναντι των Ρωμηών - Απαγχονισμός του Σειχουλισλάμη (Θρησκευτικού αρχηγού), κατηγορουμένου για απείθεια (δεν εξέδωσε φετφά για την σφαγή και εξόντωση των Ρωμηών) (14) - Εκτελέσεις Φαναριωτών (Μουζούρηδων και Μητροπολιτών) κλ.π.

Ποιος μπορεί μετά από όλα αυτά να αρνηθεί, ότι ο αφορισμός ήταν πράξη ανάγκης και «στάχτη στα μάτια του Σουλτάνου»; (Νικοπόλεως Μελέτιος). Αυτή ακριβώς ήταν και η ερμηνεία του άμεσα θιγομένου από τον αφορισμό, Αλ. Υψηλάντη: «Ο Πατριάρχης, βιαζόμενος υπό της Πόρτας, σας στέλλει αφοριστικά και Εξάρχους, παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως να τα θεωρήτε αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου» (15). Μόνο, λοιπόν, μετά από την γνώση όλων αυτών μπορεί να εκτιμηθεί σωστά και ο απαγχονισμός του Γρηγορίου. Ο πρώτος Πατριάρχης της Ρωμηοσύνης εκτελέσθηκε ως «προδότης» του Σουλτάνου και όχι των Ρωμηών (16). Και εύλογα, αφού τυπικά ήταν ο δεύτερος μετά τον Σουλτάνο αξιωματούχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ενώ δε ο αφορισμός δεν είχε καμιά αρνητικά απήχηση στον Εθνικό Αγώνα, αφού ήταν γνωστή η προέλευσή του, το «σχοινί του Πατριάρχη» ανέπτυξε μίαν ευεργετική δυναμική, διότι έγινε κινητήρια δύναμη στο αγωνιζόμενο ΄Εθνος.

Η ιδεολογικοποιημένη ερμηνεία δεν αφήνει όμως άθικτους και τους άλλους Αρχιερείς. Θέλοντας να μειώσουν τη διακεκριμένη συμμετοχή αρχιερέων, όπως λ.χ. ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ή ο Σαλώνων Ησαΐας μιλούν για «εκατοντάδες αρχιερέων» (Σκαρίμπας), η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων (δήθεν) απέσχε και υπονόμευσε τον Αγώνα (17). Έχουν όμως έτσι τα πράγματα;

Οι Αρχιερείς του Οικουμενικού Θρόνου δεν ξεπερνούσαν τους 200, στις 171 συνολικά επαρχίες του. Ο αριθμός δε αυτός περιλαμβάνει και τους Αρχιερείς των άλλων ρωμαίικων Πατριαρχείων, που ήταν στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (18). Ο Σπ. Τρικούπης, Θ. Φαρμακίδης κ.ά. δέχονται τον αριθμό 180, οι δε τιτουλάριοι Αρχιερείς δεν υπερέβαιναν τους 20 (19). Ποια ήταν, λοιπόν η συμμετοχή αυτών των Αρχιερέων στη Φιλική Εταιρεία; (20)

Παρά τον αστικό χαρακτήρα της Φιλικής, οι πρωτεργάτες της δεν είχαν δυτική αντιφεουδαρχική συνείδηση, διότι στην «καθ΄ημάς Ανατολήν» δεν υπήρχε φεουδαρχία φραγκικού τύπου (φυσική αριστοκρατία). Γι΄αυτό ενώ στη Δύση ο Κλήρος, και μάλιστα οι Επίσκοποι, εθεωρούντο προέκταση της τάξεως των Ευγενών, η Φιλική στράφηκε εδώ στον Κλήρο και μάλιστα στις κεφαλές του. Αυτό επιβεβαιώνει και ο Κορδάτος: «Οι Φιλικοί (...;) επεδίωξαν να δώσουν χαρακτήρα πανεθνικόν εις την ωργανωμένην επανάστασιν και δι΄αυτό προσηλύτισαν και μερικούς Φαναριώτας και ανωτέρους Κληρικούς» (21). Το επίθετο («μερικούς») απορρέει από το ιδεολογικό πρίσμα του Κορδάτου και δεν ανταποκρίνεται στο ελάχιστο στα πράγματα.

Από το 1818 μυήθηκαν στην Φιλική Εταιρεία όλοι σχεδόν οι αρχιερείς της Πελοποννήσου (22), κάτι που αναγκάζεται να το παραδεχθεί ο αγαθότερος Σκαρίμπας: «Η Φιλική Εταιρεία (...;) στο κόλπο είχε μυήσει όλους σχεδόν τους Παλαιοελλαδίτες κοτσαμπάσηδες και προπαντός τους δεσποτάδες» (23). Η αλήθεια είναι, ότι ως Ρωμηοί οι ηγέτες της Φιλικής γνώριζαν την επιρροή των Αρχιερέων στο λαό. Μέσα στα έτη 1818 - 1821 όλοι σχεδόν οι Αρχιερείς έγιναν μέλη της Φιλικής. Μαρτυρίες αδιαμφισβήτητες καλύπτουν 81 περιπτώσεις. Για έναν αριθμό απουσιάζουν μαρτυρίες, χωρίς όμως να μπορεί να υποστηριχθεί, ότι δεν είχαν μυηθεί και εκείνοι. Απουσιάζει όμως και κάθε μαρτυρία για προβολή αρνήσεως ή για υπονόμευση του έργου της Εταιρείας. Οι περισσότεροι ιστορικοί δέχονται, ότι οι Αρχιερείς υπήρξαν η σπονδυλική στήλη της Φιλικής και ο κύριος παράγων του έργου της, λόγω του υψηλού κύρους τους στο Λαό (24). Αν οι Αρχιερείς εξ άλλου δεν περιέβαλλαν με την αγάπη τους το έργο της Φιλικής, πολλά πράγματα μπορούσαν να ανατραπούν. Μία αναφορά, τέλος, στην ποσοστιαία σύνθεση της Φιλικής δίνει τα στοιχεία: Κληρικοί 9,5%, Αγρότες 6% και Πρόκριτοι 11,7% (25).

Ιδιαίτερα από την περιοχή της Ελλάδος αναφέρονται επώνυμα στις πηγές 73 αρχιερείς, που έλαβαν ενεργό μέρος στον Αγώνα. Σαρανταδύο Αρχιερείς υπέστησαν ταπεινώσεις, εξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε είδους, βασανιστήρια, εξορίες κλπ. Δύο Οικουμενικοί Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε΄, Κύριλλος ΣΤ΄) και 45 Αρχιερείς (Μητροπολίτες) εκτελέσθησαν ή έπεσαν σε μάχες. Κατά τον Γάλλο Πρόξενο Πουκεβίλ οι κληρικοί-θύματα του Αγώνα ανέρχονται συνολικά σε 6.000 (26).

Υπάρχει όμως και το «εξ αντιθέτου» επιχείρημα. Η μαρτυρία των Τούρκων Ιστορικών για τη δράση του ελληνορθοδόξου Κλήρου στον Αγώνα του ΄21 (27). Έτσι ο Μώραλη Μελίκ Μπέη δέχεται ότι «τον λαόν (της Πελοποννήσου) υπεκίνησαν οι έχοντες συμφέροντα και σχέσεις μετά τούτων, οι έμποροι, οι πρόκριτοι, και κυρίως οι μητροπολίται και γενικώς οι ανήκοντες εις τον κλήρον, δηλαδή οι πραγματικοί ηγέται του Έθνους» (28). Ο δε Ζανί Ζαντέ σημειώνει: «Τα σχέδια ετηρούντο μυστικά μεταξύ του Πατριάρχου των Μητροπολιτών, των Παπάδων, των Δημογερόντων» (29).

Δια να κλείσουμε το θέμα αυτό, θα προσθέσουμε, ότι ενίοτε τον 19ο αιώνα εγείρονταν αντιδράσεις όχι για την μη συμμετοχή των Κληρικών μας στον απελευθερωτικό Αγώνα, αλλά αντίθετα για τη συμμετοχή τους σ΄ αυτόν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγηρου και ησυχαστή Κοσμά Φλαμιάτου (1786 - 1852) (30). Κατά τον Φλαμιάτο η Αγγλία εκμεταλλεύθηκε τον Αγώνα του ΄21. Με την εμπλοκή του Κλήρου σ΄αυτόν επεδίωξε «ίνα διεγείρη την παγκόσμιον, ει δυνατόν, περιφρόνησιν, μίσος, αποστροφήν και συνωμοσίαν κατά του Κλήρου, τόσον την εκ των Αρχών, όσον και την εκ του λαού. Δι΄αυτόν τον σκοπόν προς τοις άλλοις εκίνησεν εμμέσως εις τους αρχηγούς της Φιλικής Εταιρείας και εισήχθησαν εν αυτώ ο Οικουμενικός Πατριάρχης, πολλοί Επίσκοποι και άλλοι εκ του Κλήρου της Ανατολής, και εφάνησαν τινες εξ αυτών οπλοφορούντες εις το στάδιον του κατά των Οθωμανών πολέμου, φαινόμενον όλως μοναδικόν, αλλόκοτον και αποτρόπαιον, εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν...;» (31)

Δεν θα ασχοληθούμε με την ορθότητα ή όχι των κρίσεων του Φλαμιάτου, που έχει το δικό του πρίσμα θεωρήσεως.

Το σκανδαλιστικό για ησυχαστές σαν τον Φλαμιάτο είναι η συμμετοχή του Κλήρου στις πολεμικές επιχειρήσεις («οπλοφορία») και σε μία συνωμοτική Εταιρεία, όπως η Φιλική. Την τελευταία θεωρεί κατευθυνόμενη «εμμέσως» από την Αγγλία. Μάλλον, συνεπώς, αυτό προσκρούει στη συνείδησή του, ότι δηλαδή η Επανάσταση εξυπηρετούσε τους σκοπούς της Δύσεως. Σ΄αυτό ακριβώς, πιστεύουμε, έγκειται η αντίθεσή του. Ότι ο Κλήρος της Ελλάδος, εν αγνοία του, εξυπηρέτησε σκοπούς αλλοτρίους και όχι τα όνειρα της Ρωμηοσύνης. Ο Φλαμιάτος γράφει στη δεκαετία του 1840, όταν πολλά πια έχουν αποσαφηνισθεί. Σημαντικό όμως είναι ότι θεωρεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη μέλος της Φιλικής Εταιρείας, σ΄αντίθεση με τους σημερινούς επικριτές του. Για τους παραδοσιακούς ορθοδόξους όμως αυτό ήταν το σκάνδαλο και όχι το αντίθετο. Ο Γενάρχης της Ρωμηοσύνης να υποθάλπει κινήσεις, που στρέφονταν εναντίον της...;

Γι΄αυτό μιλήσαμε για «θυσία» και «αυθυπέρβαση» του Ράσου. Η εθναρχική πολιτική εγκαταλείφθηκε για χάρη της ελευθερίας της Ελλάδος (32). Ο Όθωνας στα 1833 θα πάρει για τους Έλληνες, πολιτικά και εκκλησιαστικά, τη θέση του Εθνάρχη Οικουμενικού Πατριάρχη. Η αγανάκτηση του Φλαμιάτου εστιάζεται, ακριβώς, στη αντίθετη κατεύθυνση από τις αιτιάσεις των επικριτών του Κλήρου. Το Ράσο θυσίασε τα πάντα για την Ελλάδα και την εθνική αποκατάστασή της.

Συμπερασματικά:

Η συμμετοχή του Ράσου στους εθνικούς μας αγώνες δεν είναι ασφαλώς, ο μο- ναδικός λόγος της παρου- σίας του Κλήρου στην κοι- νωνία μας. Κύρια αποστολή του Ράσου είναι το έργο του ιατρού στο «Πνευματικόν Ια- τρείον» της Εκκλησίας για την πνευματική και υπαρ- κτική αποκατάσταση του ανθρώπου μέσα στο Σώμα του Χριστού. Η Εκκλησία δεν μπορεί ποτέ να θεω- ρείται ως ένας συμβατικός θεσμός, κοινωνικού χαρακτήρα, μέσα στον υπόλοιπο κρατικό και εθνικό βίο, με σκοπό να σώζει απλώς την ιστορική διάσταση.

Εν τούτοις η Ορθόδοξη Εκκλησία, και μάλιστα η Ελλαδική, πρωτοστατεί σ΄όλους τους απελευθερωτικούς μας αγώνες. Γιατί; Διότι τούτο απορρέει από την πίστη της για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Η Ορθοδοξία βλέπει την ελευθερία ως το φυσικό κλίμα αναπτύξεως και πραγματώσεως του ανθρωπίνου προσώπου. Πραγματική δε ελευθερία είναι η δυνατότητα κοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό και τους συνανθρώπους του, σε βαθμό γνησιότητας, πληρότητας και αυθεντικότητας έξω δηλαδή από κάθε αναγκαστικότητα. Η ανθρώπινη ελευθερία εντάσσεται στα πλαίσια του θελήματος του Θεού και είναι (και ως εθνική - κοινωνική) έννοια καθαρά θεολογική - εκκλησιαστική (33).

Ο Ορθόδοξος Κλήρος δεν μπορεί να μη συμμετάσχει στους εθνικούς - απελευθερωτικούς μας αγώνες, διότι το έργο του και στην περίοδο της ειρήνης είναι απελευθερωτικό. Αγώνας για την καταξίωση του Ρωμηού, ως απελευθέρωση από τα δεσμά της εσωτερικής δουλείας, της αμαρτίας (34). Η εσωτερική δε δουλεία κατά κύριο λόγο επιφέρει και την εξωτερική. Διότι δουλεία δεν είναι, κυρίως η αναγκαστική υποταγή, αλλά η εσωτερική υποταγή και ταύτιση με τον κατακτητή, η νέκρωση του πνεύματος αντιστάσεως και του ψυχικού δυναμισμού. Γι΄αυτό και πιστεύουμε, ότι η σημαντικότερη προσφορά του Ράσου στο Έθνος μας δεν ήταν τόσο η συμμετοχή του Κλήρου στις ένοπλες εξεγέρσεις και συγκρούσεις, όσο η συμβολή του Ράσου στη συντήρηση του ελληνορθόδοξου φρονήματος του Γένους και της αγάπης του προς την ελευθερία. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις δεν θα μπορούσε να υπάρξει Εικοσιένα.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1 Βλ. το κεφάλαιο «Το ανολοκλήρωτο ΄21» του Γ.Δ.Μεταλληνού, ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ, Αθήνα 2001, σ. 191 ε.ε.

2 Βλ. τη σπουδαία ανάλυση του καθηγ. π. Ιωάννου Ρωμανίδου, στο έργο του. Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989, σ. ιδ΄ε.ε.

3 Ph. Sherrard, Δοκίμια για τον Νέο Ελληνισμό, Αθήνα 1971, σ. 296 ε.

4 Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων ελληνικής φυλής. Εκδ. Πάπυρος, Αθήναι, σ. 29

5 Χρ. Βυζαντίου, Ιστορία τακτικού στρατού, σ. 265. Βλ. στου Π.Γεωργαντζή. Οι Αρχιερείς και το Εικοσιένα, Ξάνθη 1985, σ. 189.

6 Κ. Παπαρρηγοπούλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. 7, Αθήναι 1925, σ. 216/17.

7 Παραθέματα βλ. στου Π.Γεωργαντζή οπ. π. σ. 190 ε.ε. Πβρλ. σ. 248 ε.ε. «Διακηρύξεις εθνοσυνελεύσεων», «κρίσεις συγχρόνων με την Επανάσταση ιστορικών».

8 Παραθέματα σχετικά βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π.σ. 197 ε.ε. και 234 ε.ε. Για να γίνει συνειδητή η φθορά εκ μέρους του δυτικού διαφωτισμού, αρκεί να σημειώσουμε, ότι μεταξύ των επικριτών του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄ δεν είναι μόνο μαρξιστές, αλλά και ο χριστιανός καθηγητη. Αλεξ. Τσιριντάνης. Στο ίδιο, σ. 198 - 99: Το Οικουμ. Πατριαρχείο «δεν ήθελε την Επανάσταση και ο Πατριάρχης την αφώρισε. Βρέθηκαν μερικοί να πουν πως τάχα ο τρομερός αφορισμός ήλθε και στον Μωριά και ήθελε να δέσει τα χέρια του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Θα μπορούσε βέβαια, ο Πατριάρχης να είχε κατά κάποιο τρόπο διαμηνύσει στο λαό, να μη πάρουν στα σοβαρά τον αφορισμό. Τέτοιο πράγμα όμως δεν έγινε, γιατί απλούστατα ο αφορισμός ήταν αληθινός και «σπουδαίος». Έγινε στα σοβαρά, σοβαρώτατα». (Βλ. Αλεξ. Τσιριντάνη. Το Εικοσιένα, στο περιοδ. ΣΥΖΗΤΗΣΗ, τεύχος 195, Ιανουαρ. 1977, σ. 2) Το κείμενο του καθηγητή Τσιριντάνη, αποδεικνύει, ότι η «παρερμηνεία» δεν είναι προνόμιο «αντορθοδόξων» και «ανθελληνικών» ιδεολογιών. Το τραγικό όμως στην περίπτωση, και σκανδαλώδες συνάμα για σοβαρό και ανεγνωρισμένο επιστήμονα, είναι όχι μόνο ή απουσία γνώσεως αλλά και ενδιαφέροντος (στα 1977!) για γνώση της σχετικής με το θέμα βιβλιογραφίας που δίνει απάντηση στα μετέωρα ερωτήματά του. Από πλευράς δε στενά επιστημολογικής διερωτάται κανείς, αν ο επιστήμων δικαιούται να αδιαφορεί για το λόγο των ειδικών στην έρευνα. Και μία αφελής απορία: Και αν ακόμα ο άγιος Πατριάρχης είχε «διαμηνύσει στο λαό...;κλπ» (και είχε πράγματι «διαμηνύσει» βλ. Ι.Μ.Χατζηφώτη, ο Γρηγόριος ο Ε΄ μέσα από τα έγγραφα και τις πηγές του αγώνα, Αθήνα 1988, σ. 21 ε.ε.) πού θα το εύρισκε ο Αλ. Τσιριτντάνης; τοιχοκολλημένο σε κάποια δημόσια πλατεία; Καλά έλεγε ο μακαρίτης και «άθεος» Γιάννης Σκαρίμπας, «από την ψώρα του Κοραή δεν απαλλάχθηκε ακόμα το Έθνος»...;

9 Βλ. το τεύχος Μαρτίου 1983, έτ. 34/τεύχος 556, σ. 3: «Οι κοτσαμπάσηδες και ο ανώτερος κλήρος στη πλειοψηφία τους είτε σύρθηκαν στην επανάσταση, γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά μπροστά στο γενικό ξεσηκωμό, είτε προσχώρησαν υστερόβουλα αποβλέποντας σε μία νέα μορφή κυριαρχίας πάνω στον επαναστατημένο λαό (...;) Ο ανώτερος κλήρος, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, πολέμησε την επανάσταση με τα μέσα που διέθετε και με επικεφαλής τους Πατριάρχες των αφορισμών (Γρηγόριο Ε΄ Πολύκαρπο Ιεροσολύμων) Προβλ. Π.Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 201. Αυτό που έχει σημασία είναι, ότι το πνεύμα του «λαϊκισμού» εμποδίζει το κείμενο να λάβει υπόψη τις περιπτώσεις που αρχηγοί, όπως ο Κολοκοτρώνης, με την απειλή των όπλων κράτησαν τμήματα του λαού στις μάχες, εμποδίζοντας την λιποταξία τους. Έτσι καταντά η ερμηνεία μονομερής και ιδεολογική.

10 Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 238. ε.

11 Τις νεώτερες μελέτες για το πρόσωπο βλ. στη Βιβλιογραφία.

12 Βλ. Ι.Μ.Χατζηφώτη, όπ. π.

13 Βλ. Γεωργίου Θ.Ζώρα. Ο απαγχονισμός του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄εις την έκθεσιν του Ολλανδού Επιτετραμμένου Κωνσταντινουπόλεως, Αθήναι 1976, σ. 4 ε.

14 Μπορεί να αποκληθεί πρώτος μάρτυρας του Αγώνος της Ανεξαρτησίας μας.

15 Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Έκδοτικής Αθηνών, τόμ. ΙΒ΄, σ/32 και 36 (Α. Δεσποτόπουλος) γράφει σχετικά: «...;Επικρίθηκε εν τούτοις ο Πατριάρχης και επικρίνεται ακόμη, επειδή έστερξε στον αφορισμό και έστειλε τις νουθετικές εγκυκλίους. Οι επικριτές όμως δεν αναλογίζονται τι θα πάθαινε το Έθνος, αν ο Πατριάρχης τηρούσε αρνητική στάση απέναντι στις αξιώσεις του Σουλτάνου. Συμμορφώθηκε, άλλωστε, τότε ο Πατριάρχης προς την σταθερή παράδοση της Εκκλησίας, που με παρόμοια στάση κατόρθωνε σε ανάλογες κρίσιμες περιστάσεις να σώζει το Γένος. Αλλωστε θα ήταν εντελώς παράλογη και ανεύθυνη διαφορετική απόφαση. Αν δεν γινόταν ο αφορισμός, ήταν σχεδόν βέβαιο, ότι θα εξοντώνονταν εκατοντάδες χιλιάδες ορθοδόξων χριστιανών».

16 Κατά την «Προκήρυξη»του Σουλτάνου (YAFTA) «ο δόλιος Ρωμηός Πατριάρχης, καίτοι κατά το παρελθόν είχε δώσει πλαστά δείγματα αφοσιώσεως, όμως κατά την περίπτωσιν ταύτην, μη δυνάμενος να αγνοή την συνωμοσίαν της επαναστάσεως του έθνους του (...;) γνωρίζων δε ο ίδιος και υποχρεωμένος να γνωστοποιήση και εις όσους το ηγνόουν, ότι επρόκειτο περί επιχειρήσεως ματαίας, ήτις ουδέποτε θα επετύγχανε (...;) όμως ένεκα της εμφύτου διαφθοράς της καρδίας του, ού μόνον δεν ειδοποίησε, ουδέ επετίμησε τους αφελείς (...;) αλλά, κατά τα φαινόμενα, αυτός ο ίδιος όπισθεν των παρασκηνίων, έδρα κρυφίως, ως αρχηγός της επαναστάσεως...;» (Γ.Ζώρα, όπ. π. σ. 9) Ο Σουλτάνος, γνώστης των πραγμάτων, δίνει την ερμηνεία του, που αποδεικνύεται σοβαρότερη από εκείνη νεωτέρων, όπως ο Γ. Καρανικόλας.

17 Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 263. ε.

18 Στο ίδιο , σ. 206 ε.ε.

19 Στο ίδιο , σ. 210-11

20 Βλ. την εκτενή και εμπεριστατωμένη έκθεση του Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 261 ε.ε.

21 Γ. Κορδάτου. Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως, σ. 144. Πρβλ. Π. Γεωργαντζή όπ. π. σ. 214. σ. 463.

22 Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 215 ε.ε.

23 Το Εικοσιένα και η αλήθεια, τ. Α΄, σ. 59 και Β΄, σ. 93.

24 Ο Th. Gordon λ.χ. ιστορικός του Αγώνα (Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, μετάφρ. Φ.Βράχα, τόμ. Α΄ 134) γράφει: «Δεν τολμούμε να βεβαιώσουμε, πως ο Πατριάρχης και τα μέλη της Συνόδου ήταν απόλυτα αθώοι συνωμοσίας κατά του κράτους. Αντίθετα, έχομε λόγους να πιστεύουμε, ότι ο Γρηγόριος γνώριζε την ύπαρξη της Εταιρείας και ότι μερικοί από τους άλλους Ιεράρχες ήταν βαθειά πλεγμένοι στις μηχανορραφίες της».

25 Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, σ. 240.

26 Λεπτομερή ανάλυση βλ. στο ίδιο, σ. 281 ε.ε.

27 Βλ. τις μελέτες: Νικηφόρου Μοσχοπούλου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως κατά τους Τούρκους Ιστοριογράφους, Αθήναι 1960. Ι. Παπαϊωάννου, Ιστορικές Γραμμές, τ. Α΄ Λάρισα 1979.

28 Ν. Μοσχοπούλου, όπ. π. σ. 167. Ι. Παπαϊωάνννου, όπ. π. σ. 240.

29 Ν. Μοσχοπούλου, σ. 107. Ι. Παπαϊωάννου, σ. 240.

30 Βλ. Γ.Δ. Μεταλληνού, ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ (1786 - 1852).Ένας μάρτυρας της ορθοδόξου παραδόσεως στο Ελληνικό Κράτος, ανάτ. από τη ΘΕΟΛΟΓΙΑ, Αθήναι 1987.

31 Κοσμά Φλαμιάτου. Άπαντα (Εκδόσεις «Σπανός»), Αθήναι 1976, σ. 96/7.

32 Για το ίδιο πράγμα «κατηγορεί»το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Ράνσιμαν: «Δεν θα μπορούσε το Πατριαρχείο να είχε γίνει η δύναμη, που θα συγκέντρωνε τον ορθόδοξο κόσμο και έτσι θα εξουδετέρωνε τις κεντρόφυγες τάσεις του βαλκανικού εθνικισμού; Η ευκαιρία χάθηκε. Το Πατριαρχείο μάλλον ελληνικό, παρά Οικουμενικό». (Οπ. π. σ. 694).

33 Βλ. Μάρκου Α. Σιώτου, Η θρησκευτική αξία της εθνικής ελευθερίας, στην Ε.Ε. της Θ.Σχ. του Π.Α., τ. Κ΄(1973) σ. 41 - 70.

34 Γ.Δ. Μεταλληνού. «Θεολογία απελευθερώσεως» και «Θεολογία ελευθερίας», στο περ. ΚΟΙΝΩΝΙΑ, τ. ΛΒ΄ (1989) σ. 51 - 61.

Αναδημοσίευση κειμένου από: resaltomag.gr
Περισσότερα...

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015

Η Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία


Σε αυτή την ανάρτηση θα κάνουμε αναφορά στην κατανυκτική Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μέσα από το βιβλίο "Λογική Λατρεία" του Ι.Μ.Φουντούλη.





Μποροῦμε νά ὀνομάσουμε χωρίς ὑπερβολή τή λειτουργία αὐτή, μαζί μέ τά λειτουργικά χειρόγραφα, «Λειτουργία τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς», γιατί πραγματικά ἀποτελεῖ τήν πιό χαρακτηριστική ἀκολουθία τῆς ἱερᾶς αὐτῆς περιόδου. Εἶναι δυστυχῶς ἀλήθεια ὅτι πολλοί ἀπό τούς χριστιανούς ἀγνοοῦν τελείως τήν ὕπαρξί της, ἤ τήν ξεύρουν μόνο ἀπό τό ὄνομα, ἤ καί ἐλάχιστες φορές τήν ἔχουν παρακολουθήσει. Δέν πρόκειται νά τούς μεμφθοῦμε γι᾿ αὐτό.

Ἡ Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων τελεῖται σήμερα στούς ναούς μας τό πρωί τῶν καθημερινῶν τῆς Τεσσαρακοστῆς, ἡμερῶν δηλαδή ἐργασίμων, καί γι᾿ αὐτό λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι πού δέν δεσμεύονται κατά τίς ὧρες αὐτές ἀπό τά ἐπαγγέλματα ἤ τήν ὑπηρεσία των. Τά τελευταῖα χρόνια γίνεται μιά πολύ ἐπαινετή προσπάθεια ἀξιοποιήσεώς της. Σέ πολλούς ναούς τελεῖται κάθε Τετάρτη ἀπόγευμα, σέ ὧρες πού πολλοί, ἄν ὄχι ὅλοι οἱ πιστοί, ἔχουν τή δυνατότητα νά παρευρεθοῦν στήν τέλεσί της.

Τό ὄνομά της ἡ Λειτουργία αὐτή τό πῆρε ἀπό τήν ἴδια τή φύση της. Εἶναι στήν κυριολεξία λειτουργία «προηγιασμένων δώρων». Δέν εἶναι δηλαδή λειτουργία ὅπως οἱ ἄλλες γνωστές λειτουργίες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, στίς ὁποῖες ἔχομε προσφορά καί καθαγιασμό τιμίων δώρων. Τά δῶρα εἶναι καθαγιασμένα, προηγιασμένα, ἀπό ἄλλη λειτουργία, πού ἐτελέσθη σέ ἄλλη ἡμέρα. Τά προηγιασμένα δῶρα προτίθενται κατά τήν λειτουργία τῶν Προηγιασμένων γιά νά κοινωνήσουν ἀπ᾿ αὐτά καί νά ἁγιασθοῦν οἱ πιστοί. Μέ ἄλλα λόγια ἡ λειτουργία τῶν προηγιασμένων εἶναι μετάληψις, κοινωνία.

Γιά νά κατανοήσουμε τήν γενεσιουργό αἰτία τῆς λειτουργίας τῶν Προηγιασμένων πρέπει νά ἀνατρέξωμε στήν ἱστορία της. Οἱ ρίζες της βρίσκονται στήν ἀρχαιοτάτη πράξη τῆς 'Εκκλησίας μας. Σήμερα ἔχομε τή συνήθεια νά κοινωνοῦμε κατά ἀραιά χρονικά διαστήματα. Στούς πρώτους ὅμως αἰῶνες τῆς ζωῆς τῆς 'Εκκλησίας οἱ πιστοί κοινωνοῦσαν σέ κάθε λειτουργία, καί μόνον ἐκεῖνοι πού εἶχαν ὑποπέσει σέ διάφορα σοβαρά ἁμαρτήματα ἀπεκλείοντο γιά ἕνα ὡρισμένο χρονικό διάστημα ἀπό τήν μετάληψη τῶν ἁγίων Μυστηρίων. Κοινωνοῦσαν δηλαδή οἱ πιστοί ἀπαραιτήτως κάθε Κυριακή καί κάθε Σάββατο καί ἐνδιαμέσως τῆς ἑβδομάδος ὅσες φορές ἐτελεῖτο ἡ θεία λειτουργία, τακτικῶς ἤ ἐκτάκτως στίς ἑορτές πού ἐτύχαινε νά συμπέσουν ἐντός τῆς ἑβδομάδος.

Ὁ Μέγας Βασίλειος μαρτυρεῖ ὅτι οἱ χριστιανοί τῆς ἐποχῆς του κοινωνοῦσαν τακτικῶς τέσσερες φορές τήν ἑβδομάδα, δηλαδή τήν Τετάρτη, Παρασκευή, Σάββατο καί Κυριακή (ἐπιστολή 93). Ἄν πάλι δέν ἦτο δυνατόν νά τελεσθῇ ἐνδιαμέσως τῆς ἑβδομάδος ἡ θεία λειτουργία, τότε οἰ πιστοί κρατοῦσαν μερίδες ἀπό τήν θεία κοινωνία τῆς Κυριακῆς καί κοινωνοῦσαν μόνοι των ἐνδιαμέσως τῆς ἑβδομάδος. Τό ἔθιμο αὐτό τό ἐπιδοκιμάζει καί ὁ Μέγας Βασίλειος.

Στά Μοναστήρια καί ἰδιαίτερα στά ἐρημικά μέρη, ὅπου οἱ μοναχοί δέν εἶχαν τήν δυνατότητα νά παρευρεθοῦν σέ ἄλλες λειτουργίες ἐκτός τῆς Κυριακῆς, ἔκαμαν ὅ,τι καί οἱ κοσμικοί. Κρατοῦσαν δηλαδή ἁγιασμένες μερίδες ἀπό τήν Κυριακή ἤ τό Σάββατο καί κοινωνοῦσαν κατ᾿ ἰδίαν. Οἱ μοναχοί ὅμως ἀποτελοῦσαν μικρές ἤ μεγάλες ὁμάδες καί ὅλοι ἔπρεπε νά προσέλθουν καί νά κοινωνήσουν κατά τίς ἰδιωτικές αὐτές κοινωνίες. Ἔτσι ἀρχίζει νά διαμορφώνεται μία μικρά ἀκολουθία. Ὅλοι μαζί προσηύχοντο πρό τῆς κοινωνίας καί ὅλοι μαζί εὐχαριστοῦσαν τόν Θεό, πού τούς ἀξίωσε νά κοινωνήσουν. Ἄν ὑπῆρχε καί ἱερεύς, αὐτός τούς προσέφερε τήν θεία κοινωνία. Αὐτό ἐγίνετο μετά τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ ἤ τῆς Θ' ὥρας (3 μ.μ.), γιατί οἱ μοναχοί ἔτρωγαν συνήθως μιά φορά τήν ἡμέρα, μετά τόν ἑσπερινό. Σιγά - σιγά θέλησαν νά ἐντάξουν τήν κοινωνία τους αὐτή στά πλαίσια μιᾶς ἀκολουθίας, πού νά ὑπενθυμίζει τήν θεία λειτουργία. Κατά τόν τρόπο αὐτόν διεμορφώθη ἡ ἀκολουθία τῶν Τυπικῶν (δηλαδή κατά τόν τύπον τῆς θείας λειτουργίας), πρός τό τέλος τῆς ὁποίας κοινωνοῦσαν. Αὐτή εἶναι ἡ μητρική μορφή τῆς Προηγιασμένης.

Ἄς ἔλθωμε τώρα στήν Τεσσαρακοστή. Ἡ θεία λειτουργία κατά τήν περίοδο αὐτή ἐτελεῖτο μόνον κατά τά Σάββατα καί τίς Κυριακές. Παλαιό ἔθιμο ἐπικυρωμένο ἀπό ἐκκλησιαστικούς κανόνες ἀπηγόρευε τήν τέλεσι τῆς θείας λειτουργίας κατά τίς ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος, γιατί αὐτές ἦσαν ἡμέρες νηστείας καί πένθους. Ἡ τέλεσις τῆς θείας λειτουργίας ἦταν κάτι τό ἀσυμβίβαστο πρός τόν χαρακτῆρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν. Ἡ λειτουργία εἶναι πασχάλιο μυστήριο, πού ἔχει ἔντονο τόν πανηγυρικό, τόν χαρμόσυνο, τόν ἐπινίκο χαρακτῆρα. Αὐτό ὅμως γεννοῦσε ἕνα πρόβλημα. Οἱ χριστιανοί ἔπρεπε νά κοινωνήσουν δύο φορές τοὐλάχιστον ἀκόμη κατά τήν ἑβδομάδα, τό ὀλιγώτερο δηλαδή κατά τίς ἐνδιάμεσες ἡμέρες, τήν Τετάρτη καί τήν Παρασκευή, πού μνημονεύει καί ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἡ λύσις ἤδη ὑπῆρχε: Οἱ πιστοί θά κοινωνοῦσαν ἀπό προηγιασμένα ἅγια. Οἱ ἡμέρες αὐτές ἦσαν ἡμέρες νηστείας. Νηστεία τήν ἐποχή ἐκείνη ἐσήμαινε πλήρη ἀποχή τροφῆς μέχρι τήν δύσι τοῦ ἡλίου. Ἡ κοινωνία λοιπόν θά ἔπρεπε νά κατακλείσῃ τήν νηστεία, νά γίνῃ δηλαδή μετά τήν ἀκολουθία τοῦ ἑσπερινοῦ.

Στό σημεῖο αὐτό συνδέεται ἡ ἱστορία μέ τήν σημερινή πρᾶξι. Ἡ λειτουργία τῶν Προηγιασμένων εἶναι σήμερα ἀκολουθία ἑσπερινοῦ, στήν ὁποία προστίθεται ἡ παράθεσις τῶν δώρων, οἱ προπαρασκευαστικές εὐχές, ἡ θεία κοινωνία καί ἡ εὐχαριστία ὕστερα ἀπό αὐτήν. Ἡ διαμόρφωσίς της μέσα στό ὅλο πλαίσιο τῆς Τεσσαρακοστῆς τῆς ἔδωσε ἕνα ἔντονο «πενθηρό», κατά τόν Θεόδωρο Στουδίτη, χαρακτῆρα (Ἑρμηνεία τῆς θείας λειτουργίας τῶν Προηγιασμένων). Μέ τόν ἑσπερινό συμπλέκονται τροπάρια κατανυκτικά, οἱ ἱερεῖς φέρουν πένθιμα ἄμφια, ἡ ἁγία τράπεζα καί τά τίμια δῶρα εἶναι σκεπασμένα μέ μαῦρα καλύμματα, οἱ εὐχές εἶναι γεμᾶτες ταπείνωσι καί συντριβή. «Μυστικώτερα εἰς πᾶν ἡ τελετή γίνεται», κατά τόν ἴδιο Πατέρα.

Καιρός νά ρίξουμε μιά ματιά σ᾿ αὐτήν τήν ἴδια τήν λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, στή μορφή πού ὕστερα ἀπό μακρά ἐξέλιξη ἀποκρυσταλώθηκε καί κατά τήν ὁποία τελεῖται σήμερα στούς ναούς μας. Ἤδη ἐπισημάναμε τά δύο λειτουργικά στοιχεῖα πού τήν συνθέτουν: τήν ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ καί τήν Θεία Κοινωνία. Τό πρῶτο μέρος της ἀποτελεῖ ὁ συνήθης ἑσπερινός τῆς Τεσσαρακοστῆς μέ μικρές μόνο τροποποιήσεις.

Ὁ ἱερεύς κατά τήν ψαλμωδία τῆς Θ' ὥρας ἐνδύεται τήν ἱερατική του στολή καί θυμιᾷ. Ἡ ἔναρξις γίνεται μέ τό «Εὐλογημένη ἡ βασιλεία...» κατά τόν τύπο τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἀναγινώσκεται ὁ προοιμιακός, ὁ 103ος δηλαδή ψαλμός, πού περιγράφει τό δημιουργικό ἔργο τοῦ Θεοῦ· «Eὐλόγει, ἡ ψυχή μου τόν Κύριον Κύριε ὁ Θεός μου ἐμεγαλύνθης σφόδρα...». Εἶναι τό προοίμιο τοῦ ἑσπερινοῦ, ἀλλά καί ὅλης τῆς ἀκολουθίας τοῦ νυχθημέρου, πού ἀρχίζει, ὡς γνωστό, κατά τόν ἑβραϊκό τρόπο, ἀπό τήν ἑσπέρα· πρῶτο μέρος τοῦ εἰκοσιτετραώρου θεωρεῖται ἡ νύκτα.

Ὕστερα ὁ διάκονος, ἤ ἐν ἀπουσίᾳ του ὁ ἱερεύς, θέτει στό στόμα τῶν πιστῶν τά αἰτήματα τῆς προσευχῆς· «Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν», τά εἰρηνικά. Ἀκολουθεῖ ἡ ἀνάγνωσις τοῦ ΙΗ' καθίσματος τοῦ Ψαλτηρίου· «Πρός Κύριον ἐν τῷ θλίβεσθαί με ἐκέκραξα καί εἰσήκουσέ μου...» (Ψαλμοί 119-133). Εἶναι τό τμῆμα τοῦ Ψαλτηρίου πού ἔχει καθορισθῇ νά ἀναγινώσκεται κατά τούς ἑσπερινούς τῆς Τεσσαρακοστῆς. Ὁ ἱερεύς ἐν τῷ μεταξύ ἑτοιμάζει στήν Πρόθεσι τά Προηγιασμένα ἀπό τήν λειτουργία τοῦ προηγουμένου Σαββάτου ἤ τῆς Κυριακῆς - Τίμια Δῶρα. Ἀποθέτει τόν Ἅγιο Ἄρτο στό Δισκάριο, κάμνει τήν ἕνωσι τοῦ οἴνου καί τοῦ ὕδατος στό Ἅγιο Ποτήριο καί τά καλύπτει.

Ὁ ἑσπερινός συνεχίζεται μέ τήν ψαλμῳδία τῶν ψαλμῶν τοῦ λυχνικοῦ καί τῶν κατανυκτικῶν τροπαρίων τῶν ἑκάστοτε ἡμερῶν, πού περιλαμβάνονται στούς τελευταίους στίχους τῶν ψαλμῶν αὐτῶν καί γίνεται ἡ εἴσοδος. Διαβάζονται δύο ἀναγνώσματα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ἕνα ἀπό τήν Γένεσι καί ἕνα ἀπό τό βιβλίο τῶν Παροιμιῶν. Θά σταθοῦμε γιά λίγο στήν κατανυκτική ψαλμῳδία τοῦ «Κατευθυνθήτω», τοῦ δευτέρου στίχου τοῦ 140οῦ ψαλμοῦ. Ψάλλεται μετά ἀπό τά ἀναγνώσματα ἕξ φορές, ἀπό τόν ἱερέα καί τούς χορούς, ἐνῶ ὁ ἱερεύς θυμιᾷ τήν Ἁγία Τράπεζα.


«Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου·
ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινή»...

Κατόπιν γίνεται ἡ ἐκτενής δέησις ὑπέρ τῶν τάξεων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, τῶν Κατηχουμένων, τῶν ἑτοιμαζομένων διά τό ἅγιον Βάπτισμα, «τῶν πρός τό φώτισμα εὐτρεπιζομένων»,, καί τῶν πιστῶν. Καί μετά τήν ἀπόλυσι τῶν Κατηχουμένων ἔρχεται τό δεύτερο μέρος, ἡ κοινωνία τῶν μυστηρίων.

Τήν μεταφορά τῶν Προηγιασμένων Δώρων ἀπό τήν Πρόθεσι στό Θυσιαστήριο, πού γίνεται μέ ἄκρα κατάνυξι, ἐνῷ οἱ πιστοί προσπίπτουν «μέχρις ἐδάφους» συνοδεύει ἡ ψαλμῳδία τοῦ ἀρχαίου ὕμνου «Νῦν αἱ δυνάμεις»:

«Νῦν αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν
σύν ἡμῖν ἀοράτως λατρεύουσιν·
ἰδού γάρ εἰσπορεύεται ὁ βασιλεύς τῆς δόξης.
Ἰδού θυσία μυστική τετελειωμένη δορυφορεῖται.
Πίστει καί πόθῳ προσέλθωμεν,
ἵνα μέτοχοι ζωῆς αἰωνίου γενόμεθα.
Ἀλληλούϊα».

Ἡ προπαρασκευή γιά τήν Θεία Κοινωνία περιλαμβάνει κυρίως τήν Κυριακή προσευχή «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς... τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον...», ἀκολουθεῖ ἡ Κοινωνία καί μετ᾿ αὐτήν ἡ εὐχαριστία. Καί ἡ Λειτουργία κλείνει μέ τήν κατανυκτική ὀπισθάμβωνο εὐχή. Εἶναι δέησις πού συνδέει τήν τέλεσι τῆς κατανυκτικῆς αὐτῆς Λειτουργίας πρός τήν περίοδο τῶν Νηστειῶν. Ὁ πνευματικός ἀγών τῆς Τεσσαρακοστῆς εἶναι σκληρός, ἀλλά καί ἡ νίκη κατἀ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν εἶναι βεβαία γιά τούς ἀγωνιζομένους τόν καλόν ἀγῶνα. Ἡ Ἀνάστασις δέν εἶναι μακράν. Ἄς τήν διαβάσωμε προσεκτικά. Εἶναι ἀπό τά ὡραιότερα ἐκκλησιαστικά κείμενα:

«Δέσποτα παντοκράτορ, ὁ πᾶσαν τήν κτίσιν ἐν σοφίᾳ δημιουργήσας, ὁ διά τήν ἄφατόν σου πρόνοιαν καί πολλήν ἀγαθότητα ἀγαγών ἡμᾶς εἰς τά πανσέπτους ἡμέρας ταύτας, πρός καθαρισμόν ψυχῶν καί σωμάτων, πρός ἐγκράτειαν παθῶν, πρός ἐλπίδα ἀναστάσεως· ὁ διά τεσσαράκοντα ἡμερῶν πλάκας χειρίσας τά θεοχάρακτα γράμματα τῷ θεράποντί σου Μωσεῖ, παράσχου καί ἡμῖν, ἀγαθέ, τόν ἀγῶνα τόν καλόν ἀγωνίσασθαι, τόν δρόμον τῆς νηστείας ἐκτελέσαι, τήν πίστιν ἀδιαίρετον τηρῆσαι, τάς κεφαλάς τῶν ἀοράτων δρακόντων συνθλάσαι, νικητάς τε τῆς ἁμαρτίας ἀναφανῆναι καί ἀκατακρίτως φθάσαι προσκυνῆσαι καί τήν ἁγίαν ἀνάστασιν».

Ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων εἶναι μία ἀπό τίς ὡραιότερες καί κατανυκτικότερες ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀλλά συγχρόνως καί μία διαρκής πρόσκλησις γιά τήν συχνή κοινωνία τῶν θείων μυστηρίων. Μιά φωνή ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων, ἀπό τήν ἀρχαία ζωντανή παράδοσι τῆς Ἐκκλησίας. Φωνή πού λέγει ὅτι ὁ πιστός δέν μπορεῖ νά ζῇ τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ ἄν δέν ἀνανεώνῃ διαρκῶς τήν ἕνωσί του μέ τήν πηγή τῆς ζωῆς, τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου. Διότι ὁ Χριστός εἶναι «ἡ ζωή ἡμῶν» (Κολοσ. 3, 4).
Περισσότερα...

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2015

Κλίμαξ Αγίου Ιωάννου


Σε αυτή την ανάρτηση θα αναφερθούμε στην Κλίμακα του Αγίου Ιωάννου του Σιαναΐτου, μέσα από το βιβλίο «Η Συγκατάβαση του Θεού και η Ευθύνη του Ανθρώ- που», του † Αρχ. Χριστοδούλου Φάσσου, των εκδό- σεων «ΤΑΩΣ» 2008.

Σ’ αυτή την αγιασμένη περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής, αδελφοί μου, η Ορθόδοξη Εκκλησία συνεχίζει κάθε Κυρια- κή να προβάλλει ένα δείγμα από τους πνευματικούς θη- σαυρούς, τους οποίους περικλείει μέσα στα σπλάχνα της.


Το προβάλλει το δείγμα αυτό για να μας διδάξει και για να μας βοηθήσει να προχωρήσουμε στον πνευματικό μας αγώνα, στον αγώνα της αρετής και της αγιότητος.

Έτσι, λοιπόν, την πρώτη Κυριακή μας πρόβαλε τις Άγιες Εικόνες. Τη δεύτερη Κυριακή μας πρόβαλε τη μεγάλη μορφή του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, του Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Την τρίτη Κυριακή μάς πρόβαλε το Σταυρό του Χριστού μας. Και σήμερα μας προβάλλει έναν διακεκριμένον Άγιό της. Τον μνημονεύσαμε, τον ακούσατε όσοι ήρθατε πιο πρωί• είναι ο Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, ο οποίος έχει γράψει ένα βιβλίο πολύ σημαντικό που λέγεται «Κλίμαξ». Γι' αυτό λέγεται Ιωάννης της Κλίμακος.

Αυτός ο Άγιος, τον οποίον προβάλλει σήμερα η Εκκλησία, κοιμήθηκε στις 30 Μαρτίου (τότε είναι η μνήμη του), αλλά σήμερα, την τετάρτη Κυριακή των Νηστειών, τον προβάλλει επίτηδες η Εκκλησία μας για να μας διδάξει εξ αυτού. Γιατί; Τί έχει να μας διδάξει; Πολύ σημαντικά πράγματα.

Δεν ξέρουμε πού ακριβώς γεννήθηκε, ξέρουμε όμως το πότε. Είναι μεταξύ του 6ου και του 7ου αιώνα• έζησε από το 560 μέχρι το 640 μ.Χ. περίπου. Ξέρουμε από το Συναξάρι του και από πληροφορίες ότι από μικρός ήτο φιλομαθής πάρα πολύ. Αγαπούσε τη μελέτη, τη μάθηση, τις γνώσεις και έβγαλε σχολεία εκείνης της εποχής και γι' αυτό τον λένε και σχολαστικό, δηλαδή βγήκε από σχολές. Αλλά εκείνο που ξέρουμε ακόμη είναι ότι από νέο παιδί αγάπησε τη ζωή της μοναξιάς, τη ζωή της ερημίας, τη ζωή της αδιαλείπτου επικοινωνίας με το Θεό δια της προσευχής και δια της μελέτης του Θείου Λόγου. Γι' αυτό περίπου 16 ετών έφυγε και πήγε στο όρος Σινά και εντάχθηκε στη Μονή της Αγίας Αικατερίνης, που υπάρχει μέχρι σήμερα.

Εκείνη την εποχή, αδελφοί μου, το Σινά είχε εκατοντάδες μοναχούς• και όπως σε μια κυψέλη οι μέλισσες πηγαινοέρχονται και κάνουν μέλι, έτσι και αυτοί μέσα στο μοναστήρι αυτό έκαναν με την εργασία τους, το μέλι της πίστεως, το μέλι της υπακοής στους μεγαλύτερους, το μέλι της υποταγής στο Θεό, το μέλι της προσευχής, της μελέτης, της ταπεινοφροσύνης, της ζωγραφικής - αγιογραφούσαν - και ακόμα το μέλι της αντιγραφής βιβλίων παλαιών.

Έτσι σήμερα το Σινά, η Μονή της Αγίας Αικατερίνης, είναι ένα από τα σπουδαιότερα μουσεία αγιογραφίας μέσα στον κόσμο. Και το ακόμη σπουδαιότερο είναι ότι το μοναστήρι αυτό έχει μία από τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες βιβλιοθήκες που υπάρχουν σε όλον τον κόσμο. Την έχει αυτό το μοναστήρι χάρις σ' εκείνους τους μοναχούς που ζούσαν τότε.

Εκεί πήγε ο Ιωάννης, λοιπόν, και ασκήτευε και εντάχθηκε στην υπακοή και έγινε υπόδειγμα αρετής και πίστεως. Κατόπιν έφυγε από το μοναστήρι και πήγε παραέξω σε ένα καλύβι και καθότανε μαζί με έναν Γέροντα. Έκανε τελεία υπακοή σ' αυτόν το Γέροντα, ό,τι τον δίδασκε εκείνος χρόνια αρκετά. Όταν κοιμήθηκε ο Γέροντας, έμεινε σ' αυτό το σπιτάκι, το οποίο απέχει περίπου δύο ώρες από το μοναστήρι του Σινά, σαράντα χρόνια. Εκεί μέσα έμενε μοναχός του με συντροφιά το Θεό, τη μελέτη, την προσευχή, την ανάταση της ψυχής. Η φήμη του για την αρετή του διαδόθηκε παντού. Πάει, λοιπόν, μια επιτροπή από καλόγερους του Σινά και του λένε:

- Ελα, ευλογημένε, να γίνεις ηγούμενος στο μοναστήρι, να μας διδάξεις και εμάς που είμαστε εκεί πέρα όλα αυτά που ξέρεις.

Πήγε, λοιπόν, και έμεινε δύο χρόνια και έκανε τον ηγούμενο, αλλά μετά είδε ότι δεν τον βοήθαγε η ηγουμενία να επικοινωνεί συνέχεια με το Θεό. Γι' αυτό σηκώθηκε και έφυγε και ξαναπήγε εκεί στο ασκηταριό που είχε. Εκεί έζησε μέχρι τέλους.

Πολλοί, μας κάνει εντύπωση, και σήμερα λένε: Μα γιατί να φεύγουν από τον κόσμο άνθρωποι σαν κι αυτόν που είχε τόση σοφία και τόσες γνώσεις; Γιατί φεύγουν; Βλέπετε σήμερα υπάρχουν πολλά παιδιά, αγόρια - κορίτσια, που αφήνουν και την επιστήμη τους και τα πτυχία τους, τις γνώσεις τους, τα πλούτη τους, τις δουλειές τους και φεύγουν και πάνε στα μοναστήρια. Πολλοί διαμαρτύρονται: Μα γιατί το κάνουν αυτό; Δεν είναι ώρα να σας πω γι' αυτό το θέμα. Αλλά θα σας αναφέρω μια μικρή γνώμη αυτού του Αγίου που σήμερα γιορτάζουμε.

Λέει, λοιπόν, αυτός ο Άγιος Ιωάννης: «Ιησού μνήμη ενωθήτω τη πνοή σου και τότε γνώσει ησυχίας ωφέλειαν». Άμα κατορθώσεις να ενώσεις με την αναπνοή σου και με την ύπαρξή σου το πρόσωπο και το όνομα του Χριστού και ενωθείς μαζί Του βαθιά και σφιχτά, τότε θα καταλάβεις τι πάει να πει ησυχία και ερημιά και αποχώρηση από τον κόσμο. Αλλιώς δεν μπορείς να το καταλάβεις. Γι' αυτό και πολλοί, όπως σας είπα, δεν το καταλαβαίνουν αυτό το πράγμα. Ας είναι. Αυτός ο Άγιος, λοιπόν, έμεινε εκεί.

Τα τροπάρια που ψάλαμε μας διηγούνται τη ζωή του. Το απολυτίκιο λέει: «Ταις των δακρύων σου ροαίς της ερήμου το άγονον εγεώργησας». Από τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα συνέχεια που πότισαν την έρημο, το χώμα, αλλά και την έρημο της καρδιάς του• και καρποφόρησε η καρδιά του κι έβγαλε τις αρετές, «και τοις εκ βάθους στεναγμοίς εις εκατόν τους πόνους εκαρποφόρησας». Με τα δάκρυα που πότισες την καρδιά σου και με τους στεναγμούς που βγαίναν από τα βάθη της καρδιάς σου, τους στε­ναγμούς της προσευχής, έφερες καρπούς πνευματικούς μέσα στην ψυχή σου εκατό φορές περισσότερους απ' ό,τι φέρνουν άλλοι που δεν έρχονται στην ερημιά, που ήσουνα εσύ.

Ένας καρπός είναι αυτό το βιβλίο που έχει γράψει, όπως σας είπα, και λέγεται «Κλίμαξ»• γι' αυτό λέγεται Ιωάννης της Κλίμακος και Σιναΐτης, γιατί έζησε στο όρος Σινά. Αυτό το βιβλίο έχει τριάντα κεφάλαια και τα παρουσιάζει σαν σκαλοπάτια. Κάθε κεφάλαιο είναι μία αρετή. Περιγράφει πώς πρέπει να είναι η αρετή αυτή. Καλεί τους αναγνώστες, μόλις διαβάσουν το ένα κεφάλαιο, που είναι σαν να ανεβαίνουν στο ένα σκαλοπάτι, να το εφαρμόσουν. Μετά από το πρώτο σκαλοπάτι θα ανέβουν στο δεύτερο. Θα διαβάσουν το δεύτερο κεφάλαιο• θα μιμηθούν και θα εφαρμόσουν την αρετή για την οποία γίνεται λόγος. Κατόπιν το τρίτο, το τέταρτο μέχρι τριάντα σκαλοπάτια.

Λέει ο ίδιος: «Κλίμακα αναβάσεως πεπελέκηκα», πελέκησα και έφτιαξα μία Κλίμακα. Τί κλίμακα; Σκάλα αναβάσεως για να ανεβείτε. «Έκαστος δε βλεπέτω εν ποία βαθμίδι έστηκε», τώρα ο καθένας να κοιτάξει σε ποιο σκαλί της σκάλας αυτής έχει σταματήσει. «Εν πάσι τοις πάθεσι και πάσαις ταις αρεταίς εαυτούς εκζητούντες μη παυσώμεθα, που τυγχάνομεν», να εξετάζουμε τα πάθη που έχουμε μέσα μας, να εξετάζουμε και τις αρετές που έχουμε κι από κει να καταλάβουμε σε ποιο σκαλοπά­τι έχουμε σταθεί και βρισκόμαστε. Τις αρετές, λέει, αυτές τις παρουσιάζω σαν Κλίμακα, όπως είδε ο Ιακώβ στον ύπνο του μια σκάλα που ξεκίναγε από τη Γη και ανέβαινε στο Θεό. Έτσι, λοιπόν, τα σκαλοπάτια της σκάλας αυτής «εις ουρανόν τον προαιρούμενον αναφέρουσιν», εκείνον που θέλει τα σκαλοπάτια αυτά της σκάλας θα τον φέρουνε και θα τον βάλουνε μέσα στον
ουρανό.

Αυτό το βιβλίο είναι βέβαια γραμμένο προπάντων για τους καλογήρους, αλλά είναι και για όλους τους ανθρώπους, διότι οι αρετές ίδιες είναι και για τους καλογήρους και για τους ανθρώπους που ζουν στον κόσμο. Γι' αυτό είναι πάρα πολύ χρήσιμο να διαβάζεται. Τώρα έχει μεταφραστεί και στη γλώσσα μας. Δεν είναι εύκολο βιβλίο. Δεν είναι να το διαβάσω για να ευχαριστηθώ. Θα βάλεις κάτω το μυαλό σου και την προσοχή σου και την υπομονή σου, για να διαβάσεις προσεκτικά και να δεις που πατάς. Βρίσκεσαι εσύ σ' αυτό το σκαλοπάτι που έχει την αρετή αυτή; Αρχίζει από τις πιο απλές αρετές. Από την υπακοή, απ' τη μετάνοια, απ' την ανάμνηση (τη μνεία) του θανάτου, από την πραότητα, τη συγχωρητικότητα και φτάνει στις τελευταίες αρετές, στα τελευταία σκαλοπάτια που είναι η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη προς το Θεό. Εκεί τελειώνει το τριακοστό σκαλοπάτι.

Θα σας αναφέρω μερικά από κάθε σκαλοπάτι, για να πάρετε μία γενική ιδέα του βιβλίου. Γενικώς υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος δεν σώζεται με τις πολλές νηστείες που θα κάνει, αλλά με τις αρετές που θα έχει και προπάντων με την ταπείνωση. Ακούτε τι λέει για τον εαυτόν του: «Ουκ ενήστευσα, ουκ ηγρύπνησα, ουκ εχαμεύνησα», δηλαδή δεν ενήστεψα εγώ πολύ, λέει, αλλά τι έκανε είναι άλλη δουλειά. Δεν ενήστεψα εγώ πολύ, ούτε αγρύπνησα πάρα πολύ, ούτε κοιμήθηκα χάμω στο χώμα. Αυτό σημαίνει «εχαμεύνησα». Τί έκαμα όμως; «Εταπεινώθην και έσωσέ με ο Κύριος», ταπεινώθηκα μοναχά και ο Κύριος με έσωσε.

Λοιπόν μερικοί λένε: Δεν μπορώ να νηστέψω. Καλά μην νηστεύεις, άμα δεν μπορείς. Δεν μπορώ να κάμω αγρυπνία. Μην κάνεις, άμα δεν μπορείς. Δεν μπορώ να κοιμηθώ στη σανίδα πάνω. Μην κοιμάσαι. Κοιμήσου πάνω στο στρωματέξ. Ταπείνωση έχεις; Ταπεινώσου, αυτό λέει ο Άγιος, να δεις πως σώζεσαι.

Ένα άλλο πράγμα. Δεν σε σώζει μία αρετή μονάχα. Είναι πολλοί που κάνουν πολλές ελεημοσύνες, αλλά δεν κάνουν τίποτε άλλο. Λέει, λοιπόν, «ου συνίσταται διάδημα βασιλέως εξ ενός λίθου», το στέμμα του βασιλιά δεν έχει μονάχα ένα διαμάντι, αλλά είναι γεμάτο γύρω - γύρω με διαμάντια, μεγάλα και μικρά, μαργαριτάρια και άλλα πολλά. Έτσι μια αρετή δεν σε σώζει. Θα πρέπει να έχεις κι άλλες αρετές.

Ακόμα κάτι άλλο. Την ταπεινοφροσύνη την ξέρουν μόνον όσοι την έζησαν. Τώρα τί να λέμε; Μπορεί να λέμε πολλά για ταπεινοφροσύνη. Κάνεις υπακοή; Ακούς τη γυναίκα σου; Ακούς τον άντρα σου; Ή του βγάζεις γλώσσα; Ή μια κουβέντα σου λέει, εκατό του απαντάς; Ε, τότε δεν έχεις ταπείνωση. Ταπεινώσου, γιατί η υπακοή είναι ταπείνωση.

Ένα άλλο θέμα είναι η καλοσύνη, που πρέπει όλοι να την προσέχουμε. Στις ήμερες καρδιές, στις καλοσυνάτες καρδιές αναπαύεται ο Θεός. Στις άγριες κάθεται ο διάβολος. Η ήμερη ψυχή είναι ίσια και έχει συντροφιά την ταπείνωση. Η πονηρή είναι σκλάβα της υπερηφάνειας. Η νηστεία είναι σπαθί που κόβει τους κακούς λογισμούς από την ψυχή και δίνει και υγεία στο σώμα. Είναι μητέρα της υγείας και προξενεί την καθαρότητα και διώχνει τις αμαρτίες. Ανοίγει την πόρτα του παραδείσου.

Προς το τέλος συμβουλεύει (και στην αρχή το λέει αυτό): Τώρα στην αρχή που θ' αρχίσεις να ανεβαίνεις στη σκάλα, να έχεις μεγάλη υπομονή. Χρειάζεται αγώνας και μάλιστα συνεχής και σκληρός. «Ουδείς κλίμακα υφ' εν ποτέ ανελθείν δεδύνηται». Τη σκάλα την ανεβαίνεις με ένα πήδημα; Πώς θα ανεβείς; Θα ανεβείς σκαλοπάτι - σκαλοπάτι. Παραπάνω δεν μπορείς. Τριάντα σκαλιά έχει αυτή η σκάλα. Θα πηγαίνεις ένα - ένα σκαλοπάτι. Και υπενθυμίζει ότι στον αγώνα αυτό υπάρχουν άγγελοι, οι οποίοι βοηθούν και ενισχύουν. Και προτρέπει: «Αναβαίνετε, αδελφοί, αναβαίνετε με προθυμίαν και χαράν την αγγελικήν αυτήν Κλίμακα, δια να φθάσωμεν εις το όρος του Κυρίου, εις τον υψηλόν θρόνον Αυτού».

Σ' όλα τα μοναστήρια, ιδίως στο Όρος, έχουν ζωγραφισμένη αυτή την Κλίμακα, εκτός που την έχουν βιβλίο και τη διαβάζουν τώρα τη Σαρακοστή. Η Εκκλησία μας εορτάζει τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακας αυτή την Κυριακή, εκτός της ημέρας της κοιμήσεώς του. Έχουνε ζωγραφίσει, λοιπόν, στον τοίχο τη σκάλα. Η σκάλα ακουμπάει στη γη κι έχει τριάντα σκαλοπάτια. Στην κορυφή ακουμπάει στον Ουρανό. Στην επάνω μεριά είναι ο Χριστός μας με απλωμένα τα χέρια, κι από δω κι από κει η Παναγία μας και ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Αυτή είναι η εικόνα που φτιάχνεται συνήθως. Κάτω - κάτω στη γη είναι οι καλόγεροι. Για τους καλογήρους είναι η Κλίμακα, αλλά το ίδιο ισχύει και για τους άλλους, τους απλούς ανθρώπους. Οι καλόγεροι την κοιτάνε τη σκάλα, μερικοί αρχίζουν κι ανεβαίνουν. Άλλος είναι στο πρώτο σκαλοπάτι, άλλος στο τέταρτο, άλλος στο εικοστό, άλλος στο δέκατο πέμπτο και λοιπά. Ανεβαίνουν. Αλλά από κάτω από τη σκάλα είναι ανοιχτό το στόμα ενός δράκοντα, ο οποίος περιμένει ποιον θα κατασπαράξει. Υπάρχουν φωτιές, βγαίνουνε φλόγες. Και τούτο που έχει σημασία είναι ότι αυτοί που είναι στα σκαλοπάτια - είτε στο πρώτο, είτε στο πέμπτο, είτε στο εικοστό - δέχονται τα πειράγματα του διαβόλου που είναι κοντά τους και με διάφορα πιρούνια τους τρυπάει ή τους τραβάει. Μερικοί είναι αναποδογυρισμένοι και πέφτουνε. Κάποιος είναι μέσα στο στόμα του Δράκοντα μπασμένος. Άλλοι είναι άγγελοι πάλι, οι οποίοι τους βοηθάνε με τα χέρια τους για να ανεβαίνουν και στην επάνω - επάνω μεριά είναι ένας που πάει να πέσει μέσα στην αγκαλιά του Χριστού. Αυτή είναι η παραστατική Κλίμακα του βιβλίου.

Λοιπόν, αδελφοί μου, να φύγουμε με αυτή την εικόνα της σκάλας. Η ζωή είναι σκάλα και πρέπει να τη γεμίσουμε με αρετές, όσες μπορούμε περισσότερες. Να αρχίσουμε να ανεβαίνουμε τη σκάλα.

Θέλετε να προμηθευτείτε το βιβλίο για να το διαβάσετε; Προμηθευτείτε το. Με υπομονή όμως να το διαβάσετε. Δεν είναι από τα εύκολα βιβλία, που τα διαβάζεις ευχάριστα. Θα διαβάσω κάτι, για να κοιμηθώ. Όχι! Θα κάτσεις χάμω άμα θέλεις, θα στρωθείς, θα κάνεις την προσευχή σου πρώτα και θα πεις: Θα διαβάσω αυτή την Κλίμακα, που τόσα έχει πει αυτός ο Άγιος και έχει σώσει τόσους ανθρώπους. Θέλετε να το πάρετε, θέλετε μην το πάρετε. Αγωνιστείτε όμως• και να αγωνιστούμε όλοι για την αρετή. Ο καθένας εκεί που είναι• στο σπίτι του, στο γραφείο του, στο επάγγελμά του, στη δουλειά του, στην αγορά, όπου κι αν είναι. Οι αρετές παντού εφαρμόζονται. Η πίστη, η προσευχή, η αγάπη στο Χριστό, η καλοσύνη με τους άλλους ανθρώπους, η ταπείνωση, η συνδιαλλαγή, η συγχωρητικότητα χρειάζονται αγώνα για να καρποφορήσουν.

Αυτά όλα τα διδάσκει η Κλίμακα και μας τα επιβάλλει η πίστη μας. Αν θέλετε, έτσι να αγωνιστούμε, για να πούμε ότι κάνουμε καλή Σαρακοστή κι ότι έτσι θα φτάσουμε στο Πάσχα, όπως μας θέλει ο Κύριός μας. Αμήν.
Περισσότερα...

Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

Ο Όσιος Αλέξιος


Στην ανάρτηση αυτή θα αναφερθούμε στο βίο του Οσίου Αλεξίου, του ανθρώπου του Θεού, τη μνήμη του οποίου η Εκκλησία μας τιμά κάθε χρόνο στις 17 Μαρτίου.

Ο Όσιος Αλέξιος γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τους χρόνους των αυτοκρατόρων Αρκαδίου (395-408) και Ονωρίου (395-423) από ευσεβείς και εύπορους γονείς. Ο πατέρας του Ευφημιανός ήταν συγκλητικός, φιλόπτωχος και συμπαθής, ώστε καθημερινά παρέθετε τρεις τράπεζες στο σπίτι του για τα ορφανά, τις χήρες και τους ξένους που ήταν πτωχοί.


Η γυναίκα του ονομαζόταν Αγλαΐς και ήταν άτεκνη. Στη δέησή της να αποκτήσει παιδί, ο Θεός την εισάκουσε. Και τους χάρισε υιό. Αφού το παιδί μεγάλωσε κι έλαβε την κατάλληλη παιδεία, έγινε σοφότατος και θεοδίδακτος. Όταν έφθασε στη νόμιμη ηλικία, τον στεφάνωσαν με θυγατέρα από βασιλική και ευγενική γενιά. Το βράδυ όμως στο συζυγικό δωμάτιο ο Άγιος, αφού πήρε το χρυσό δακτυλίδι και τη ζώνη, τα επέστρεψε στην σύζυγό του και εγκατέλειψε τον κοιτώνα. Παίρνοντας αρκετά χρήματα από τα πλούτη του έφυγε με πλοίο περιφρονώντας την ματαιότητα της επίγειας δόξας. Καταφθάνει στην Λαοδικεία της Συρίας και από εκεί στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας. Εκεί ο Όσιος Αλέξιος μοίρασε τα χρήματα στους πτωχούς, ακόμη και τα ιμάτιά του, και, αφού ενδύθηκε με κουρελιασμένα και χιλιομπαλωμένα ρούχα, κάθισε στο νάρθηκα του ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου, ως ένας από τους πτωχούς. Προτίμησε έτσι να ζει με νηστεία όλη την εβδομάδα και να μεταλαμβάνει των Αχράντων Μυστηρίων κάθε Κυριακή, ενώ μόνο τότε έτρωγε λίγο άρτο και έπινε λίγο νερό.

Οι γονείς του όμως τον αναζητούσαν παντού και έστειλαν υπηρέτες τους να τον βρουν. Στην αναζήτησή τους έφθασαν μέχρι το ναό της Έδεσσας, χωρίς ωστόσο να τον αναγνωρίσουν. Οι δούλοι επέστρεψαν άπρακτοι στη Ρώμη, ενώ η μητέρα του Αλέξιου με οδύνη, φορώντας πτωχά ενδύματα, καθόταν σε μια θύρα του σπιτιού πενθώντας νύχτα και ημέρα. Το ίδιο και η νύφη, που φόρεσε τρίχινο σάκκο και παρέμεινε κοντά στην πεθερά της.

Ο Όσιος Αλέξιος για δεκαεπτά χρόνια παρέμεινε στο νάρθηκα του ναού της Θεοτόκου ευαρεστώντας το Θεό. Και μια νύχτα η Θεοτόκος παρουσιάστηκε στον προσμονάριο του ναού σε όνειρο και του ζήτησε να του φέρει μέσα στο ναό τον άνθρωπο του Θεού. Τότε ο προσμονάριος, αφού βγήκε από το ναό και δεν βρήκε κανένα παρά μόνο τον Αλέξιο, εδεήθηκε στη Θεοτόκο να του υποδείξει τον άνθρωπο, όπως κι έγινε. Τότε πήρε από το χέρι τον Όσιο Αλέξιο και τον εισήγαγε στο ναό με κάθε τιμή και μεγαλοπρέπεια.

Μόλις ο Όσιος κατάλαβε ότι έγινε γνωστός εκεί, έφυγε κρυφά και σκέφτηκε να πάει στην Ταρσό, στο ναό του Αγίου Παύλου του Αποστόλου, όπου εκεί θα ήταν άγνωστος. Αλλα όμως σχεδίασε η Θεία Πρόνοια. Γιατί βίαιος άνεμος άρπαξε το πλοίο και το μετέφερε στη Ρώμη. Βγαίνοντας από το πλοίο κατάλαβε ότι ο Κύριος ήθελε να επανέλθει ο Αλέξιος στο σπίτι του.

Όταν συνάντησε τον πατέρα του, που δεν αναγνώρισε τον υιό του, του ζήτησε να τον ελεήσει και να τον αφήσει να τρώει από τα περισσεύματα της τράπεζάς του. Με μεγάλη προθυμία ο πατέρας του δέχθηκε να τον ελεήσει και μάλιστα του έδωσε κάποιο υπηρέτη για να τον βοηθάει. Κάποιοι δούλοι από την οικία τον πείραζαν και τον κορόιδευαν, όμως αυτό δεν τον ένοιαζε. Έδινε την τροφή του σε άλλους, παραμένοντας όλη την εβδομάδα χωρίς τροφή και νερό, και μόνο μετά την Κοινωνία των Θείων και Αχράντων Μυστηρίων δεχόταν λίγο άρτο και νερό.

Έμεινε λοιπόν για δεκαεπτά χρόνια στον πατρικό οίκο χωρίς να τον γνωρίζει κανένας. Όταν έφθασε ο καιρός της κοιμήσεώς του, τότε κάθισε κι έγραψε σε χαρτί όλο το βίο του, τους τόπους που πέρασε, αλλά και κάποια από τα μυστικά που γνώριζαν μόνο οι γονείς του. Κάποια Κυριακή, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Ιννοκέντιος τελούσε τη Θεία Λειτουργία, ακούσθηκε φωνή από το Αγιο Θυσιαστήριο, που καλούσε τους συμμετέχοντες να αναζητήσουν τον άνθρωπο του Θεού. Την Παρασκευή ο Όσιος Αλέξιος παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού, ενώ το απόγευμα της ίδιας μέρας οι πιστοί βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος προσήλθαν στο ναό για να δεηθούν στο Θεό να τους αποκαλύψει τον άγιο άνθρωπο του Θεού. Τότε μια φωνή τους κατηύθυνε στο σπίτι του Αγίου Ευφημιανού. Λίγο αργότερα οι βασιλείς μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο έφθασαν στο σπίτι του Ευφημιανού, προξενώντας μάλιστα την απορία της γυναίκας και της νύφης του για την παρουσία τους εκεί, και ρώτησαν τον Ευφημιανό. Όμως εκείνος, αφού ρώτησε πρώτα τους υπηρέτες, είπε ότι δεν γνώριζε τίποτα. Στην συνέχεια ο υπηρέτης που φρόντιζε τον Όσιο Αλέξιο, παρακινούμενος από θεία δύναμη ανέφερε τον τρόπο ζωής του πτωχού, τον οποίο εξυπηρετούσε. Τότε ο Ευφημιανός χωρίς να γνωρίζει ότι ο Όσιος είναι ήδη νεκρός, αποκάλυψε το πρόσωπο αυτού, που έλαμπε σαν πρόσωπο αγγέλου. Στο χέρι του Οσίου μάλιστα είδε χαρτί, που δεν μπόρεσε να αποσπάσει. Στη συνέχεια ανέφερε στους επισκέπτες του ότι βρέθηκε ο άνθρωπος του Θεού. Οι βασιλείς και ο Αρχιεπίσκοπος τότε εδεήθησαν στον Όσιο να τους επιτρέψει να δουν το χαρτί που είχε στο χέρι του. Μόλις ο αρχειοφύλακας πήρε στο χέρι του το χαρτί, ο Ευφημιανός αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για τον υιό του, τον οποίο αναζητούσε χρόνια τώρα, και μεγάλο πένθος έπεσε στην οικογένειά του. Θρήνος μεγάλος και από την γυναίκα και τη νύφη του.

Ο βασιλεύς Ονώριος και ο Αρχιεπίσκοπος μετέφεραν το τίμιο λείψανο του Οσίου στο μέσο της πόλεως και κάλεσαν όλο το λαό για να έλθει να προσκυνήσει και να λάβει ευλογία. Όσοι προσέρχονταν και ασπάζονταν το τίμιο λείψανο, άλαλοι, κουφοί, τυφλοί, λεπροί, δαιμονισμένοι, όλοι θεραπεύονταν. Βλέποντας αυτά τα θαύματα οι πιστοί δόξαζαν τον Θεό. Ήταν τόσος ο κόσμος που προσερχόταν για να δει το τίμιο λείψανο, που δεν μπορούσαν να το μεταφέρουν στο ναό του Αγίου Βονιφατίου για να το ενταφιάσουν. Έριξαν ακόμη και χρυσό και άργυρο στον κόσμο για να του αποσπάσουν την προσοχή, αλλά μάταια. Όταν πια μεταφέρθηκε το τίμιο λείψανο στο ναό, για επτά μέρες γιόρταζαν πανηγυρικά και στην γιορτή συμμετείχαν οι γονείς και η νύφη. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε το τίμιο λείψανο σε θήκη φτιαγμένη από χρυσό, άργυρο και πολύτιμους λίθους. Αμέσως άρχισε να ευωδιάζει και να αναβλύζει μύρο, το οποίο έγινε ίαμα και θεραπεία για όλους.

Ἀπολυτίκιον - Ἦχος δ’ - Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἐκ ῥίζης ἐβλάστησας, περιφανοῦς καί κλεινῆς, ἐκ πόλεως ἤνθησας, βασιλικῆς καί λαμπρᾶς, Ἀλέξιε πάνσοφε· πάντων δ᾽ ὑπερφρονήσας, ὡς φθαρτῶν καί ῥεόντων, ἔσπευσας συναφθῆναι, τῷ Χριστῷ καί Δεσπότῃ. Αὐτόν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.


Πηγή: Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας,Επισκόπου Φαναρίου Αγαθαγγέλου,τ.Μαρτίου,σελ.169-173.
Περισσότερα...